''Εἰ ὁ Θεὸς μεθ' ἡμῶν, οὐδεὶς καθ' ἡμῶν.''

Πέμπτη 7 Μαΐου 2015

Χριστός Ανέστη Σοφία!

Βράδυ Σαββάτου …Άνοιξη έξω ! Τα παράθυρα στο ταξί ανοιχτά !- Ησυχίες …μονολογεί ο Στάθης και δυναμώνει λίγο το ραδιόφωνο …
Έχει αφιέρωμα σε τραγούδια που μιλούν για Σαββατόβραδα …Ακούει τον στίχο του Λειβαδίτη και τραγουδάει και εκείνος : Σαββάτο βράδυ μου έμορφο ίδιο Χριστός Ανέστη, ένα τραγούδι του Τσιτσάνη κλαίει κάπου μακριά. Πάει κι απόψε τ’ όμορφο τ’ όμορφο τ’ απόβραδο, από Δευτέρα πάλι πίκρα και σκοτάδι. Αχ, να `ταν η ζωή μας Σαββατόβραδο κι ο Χάρος να `ρχονταν μια Κυριακή το βράδυ.

Εκείνο  το Αχ …του έμεινε του Στάθη και σαν να τον μελαγχόλησε …Την έχει συνηθίσει την μοναξιά μέσα στο ταξί …Δέκα χρόνια εδώ μέσα …Πόσα Αχ…Πόσα Σαββατόβραδα …Πόσα χιλιόμετρα …Πόσες ψυχές καθισμένες πίσω του και δίπλα του …Πόσες Ιστορίες …Τις ωραιότερες τις έχει ακούσει τέτοιες ώρες , απόβραδο Σαββάτου …Θυμάται κάποιες που τον έκαναν να γελάσει , να στενοχωρηθεί …Θλίψεις , απογοητεύσεις , ενθουσιασμοί , αγωνίες , αποχωρισμοί , ανταμώματα …Έμαθε να αισθάνεται , να νιώθει , να καταλαβαίνει από τα ελάχιστα εδώ μέσα …Και τις περισσότερες φορές μετά από τόσα χρόνια πλέον δεν λάθευε …Συνέχισε να ανεβαίνει την Αλεξάνδρας …Τον σταμάτησε ένα παλικάρι με μια βαλίτσα …-Αεροδρόμιο ! του είπε μόλις μπήκε και κάθισε στην θέση του συνοδηγού …

-Για που με το καλό; τoν ρώτησε ο Στάθης

-Άστα αδελφέ ! Γυρίζω στα ξένα …Καλά ήταν τώρα το Πάσχα εδώ με τους δικούς μου …Τώρα ξανά του χρόνου τα Χριστούγεννα και βλέπουμε  ! Σουηδία πάω ! Εκεί ζω τρία χρόνια τώρα …Δουλεύω ερευνητής στο Πανεπιστήμιο !

- Σε πληρώνουν καλά ;

-Δεν παραπονιέμαι ! Μα τι τα θες …Τα αφήνω όλα πίσω μου ….Οικογένεια , φίλους , την αρραβωνιαστικιά μου …

-Ε θα ρθει και αυτή μην ανησυχείς …Θα την βρείτε την άκρη ή θα γυρίσεις και εσύ πίσω αν βρεθεί κάτι καλό κι εδώ …                     - Μακάρι ! είπε ο νέος και αναστέναξε …

-Έλα βρε μην κάνεις έτσι …Όλα καλά θα πάνε ! είπε ο Στάθης και δυνάμωσε το τραγούδι  που έπαιζε εκείνη την ώρα

-Τις Κυριακές θα με ζητάς στις εκκλησιές. Τα Σαββατόβραδα θα ψάχνεις στο λιμάνι...

-Όχι και  λιμάνι …αεροδρόμιο είπε ο Στάθης για να σπάσει την μελαγχολία του τραγουδιού …Γέλασε κιόλας μα δεν τα κατάφερε καθόλου να μεταδώσει ευθυμία στον …πελάτη του. Φτάσανε σχετικά γρήγορα


-Καλή αντάμωση αγόρι μου ! του είπε .

 -Εύχομαι όλα να πάνε κατ ευχήν ! Και μην μασάς ! Δύναμη και αισιοδοξία !

-Σ ευχαριστώ πολύ , να σαι καλά ! είπε εκείνος  και μπήκε μέσα βιαστικά . Στάθηκε έπειτα ο Στάθης  στον σταθμό , στην πιάτσα των ταξί και περίμενε έπειτα την σειρά του να πάρει νέα κούρσα …Δεν πέρασε πολύς χρόνος και καταλαβαίνει να ανοίγει το πορτ μπαγκάζ …έπειτα η πίσω πόρτα …Μπήκε μια νέα κοπέλα όλο χαμόγελο !

-Χριστός Ανέστη ! Χαίρετε ! Καλλιθέα πάμε ! του είπε δυνατά και χαρούμενα  και εκείνος φχαριστήθηκε πολύ …Τέτοιους πελάτες ήθελε πάντα ..Ζωντανούς , σπιρτόζους …

-Καλησπέρα όμορφή μου κοπελιά ! Αληθώς Ανέστη βρε ! Βέβαια! Κι  η μάνα μου το λέει ως της Αναλήψεως και εγώ την πειράζω …

-Να μην την πειράζετε κύριε ! Να της απαντάτε τόσο όμορφα όσο και σε μένα είπε εκείνη και χαμογέλασε πάλι …

-Φωτίστηκε το ταξί βρε κορίτσι μου ! Τι άγγελος είσαι εσύ ! και να με συγχωρείς μην νομίσεις τίποτα άλλο μα να …μου έφτιαξες την διάθεση με το που μπήκες , γιατί πριν λίγο  είχαμε κλάματα εδώ μέσα …Θα μου πεις εκείνος έφευγε , εσύ έρχεσαι …πώς να μην είσαι χαρούμενη …αν και έτσι όπως σε νιώθω εσύ πάντα με το χαμόγελο θα είσαι !

Κάτι κατάλαβε εκείνη και ξαναχαμογέλασε …

-Σε ζάλισα όμως με την πολυλογία μου …

-Κάθε άλλο κύριε …

-Στάθης !

 Kύριε Στάθη ! Εμένα με λένε Σοφία ! Α!  γιορτάζουμε και κοντινά  …17 Σεπτέμβρη εγώ  , 20 εσείς  ! Ναι!  

-Ναι έχεις  δίκιο ! – Που τα ξέρεις εσύ όλα τούτα τα αγιωτικά βρε κοπέλα μου …Αλλά πάλι τι λέω …εδώ με χαιρέτησες και μου πες Χριστός Ανέστη …Θα σαι της εκκλησίας !

-Του Παραδείσου!  του είπε εκείνη και πάλι χαμογέλασε φωτεινά …

-Από πού μας έρχεσαι Σοφάκι μου ;

-Από Αγγλία κύριε Στάθη ! Από Σκωτία συγκεκριμένα ..Εκεί σπουδάζω, σχεδόν τελειώνω δηλαδή  …

-Και δεν σου λείπει η Ελλάδα μας;

 - Βέβαια και μου λείπει …Αλίμονο  ! Γι αυτό και έρχομαι όσο μπορώ πιο συχνά να βλέπω και τους γονείς μου και την αδελφούλα μου την μικρή …

-Καταγωγή από πού έχεις ; Eγώ είμαι Πελοποννήσιος , βουνήσιος , Αρκάς ,κάτω απ το αυλάκι που λένε !

 –Εμένα οι γονείς μου είναι θαλασσινοί …Ο μπαμπάς Λευκαδίτης και η μαμά Παριανή…

- Και εσένα ποιος τόπος σου αρέσει περισσότερο Σοφία μου ; -Και οι  δυο είναι πανέμορφοι και ευλογημένοι  …Φανερωμένη από τη μια Εκατονταπυλιανή από την άλλη ! Μόνο που από την Λευκάδα έχω περισσότερες αναμνήσεις …Εκεί κιόλας ετοιμάζεται τώρα ο πατέρας μου να κάνει και μια επιχείρηση με ενοικιαζόμενα δωμάτια…Στην Πάρο πάλι , είναι όμορφα αλλά έχουμε κάτι μπλεξίματα με κάτι περιουσιακά …καταλαβαίνετε …Μάλιστα τώρα τούτες τις μέρες θα πάει η Μητέρα μου στην Πάρο να τα ξεκαθαρίσει …

-Δεν πας και εσύ μαζί της …Καλοκαίριασε κιόλας …να κάνετε και κανένα μπάνιο …


-Μπορεί να γίνει κι έτσι είπε η Σοφία που κοίταζε συνέχεια έξω από το ανοιχτό της παράθυρο …

-Έντεκα και είκοσι  η ώρα …είπε ο Στάθης …τώρα όλοι οι νέοι ξεπορτίζουν ..εσύ θα πας καμιά βολτούλα απόψε;

 -Δεν νομίζω …άλλωστε Κυριακή ξημερώνει ! Ανάσταση ! Έχουμε Εκκλησία αύριο ! Εσείς δεν θα πάτε  ;

 -Δύσκολα Σοφία μου ! Αν και παραπονιέται η δική μου η μάνα …μα βλέπεις είναι και το ταξί …Τέσσερις  το πρωί θα παραδώσω… Να μου πεις σε ποια ενορία θα είσαι να ρθω να σε βρω!  της είπε γελώντας

-Που ξέρετε μπορεί να γίνει και έτσι κύριε Στάθη …Στα φανάρια θα στρίψετε δεξιά και θα πάρετε την Αγίων Πάντων ...Θα βρούμε την οδό,  είναι δίπλα στο Χαροκόπειο στο πρώτο στενό  …

Δεν άργησαν να φτάσουν έξω από την Πολυκατοικία …

-Εδώ κατεβαίνω κύριε Ευστάθιε ! του είπε ! Τι σας οφείλω;

-Τριάντα πέντε ευρώ είναι μάτια μου …

- Αχ δεν έχω τόσα μαζί μου ! Θα με περιμένετε να ανέβω και να σας τα φέρω αμέσως ;Στον δεύτερο μένουμε !

-Να μην βιαστείς καθόλου ! Με την ησυχία σου ..Να χαιρετήσεις τους δικούς σου πρώτα και έπειτα κατεβαίνεις …Να εγώ  θα παρκάρω να κάνω και ένα διάλειμμα να ξεπιαστώ λίγο !

-Εντάξει επιστρέφω αμέσως ! είπε η Σοφία και μπήκε στην πυλωτή …

Ο Στάθης  κατέβηκε και στάθηκε όρθιος με την πλάτη στο ταξί …Κοντεύει δώδεκα σκέφτηκε …Ξημερώνει Κυριακή , Ανάσταση που είπε και η Σοφούλα …Τι καλό κορίτσι …Χαρά που θα κάνουν τώρα οι δικοί της …Κοίταξε προς τα πάνω να δει κανένα διαμέρισμα πιο φωτεινό από τα υπόλοιπα…Περίεργο είπε ..Στον δεύτερο όλα σκοτεινά είναι …Μα πάλι μπορεί να κοιμούνται και οι άνθρωποι τέτοια ώρα …Λες να τους κάνει έκπληξη ; Το ραδιόφωνο σήμανε την ώρα ..Δώδεκα ακριβώς …Άντε βρε Σοφάκι ..είπαμε …Πέρασε τέταρτο …Ρε μπας και …Μα τι λέω αυτό το αγγελούδι να με κορόιδεψε ..αποκλείεται ! Αλλά μήπως της συνέβη τίποτα την ώρα που ανέβαινε …Και η βαλίτσα της …δεν πήρε τίποτα μαζί της …Την ξέχασε …Άνοιξε το πορτ μπαγκάζ και ξαφνιάστηκε …Δεν είχε τίποτα μέσα …Μα πως αφού στο αεροδρόμιο θυμόταν ότι άνοιξε ..Για ποιο λόγο θα το άνοιγε το κορίτσι …

-Περίεργα  πράγματα μας ξημέρωσε τούτη η Κυριακή ! είπε δυνατά  και κατευθύνθηκε προς την Πολυκατοικία …Κοίταξε το κουδούνι  που έγραφε δεύτερος …Πάτησε  μια φορά , και ξανά πιο παρατεταμένα …Μια φωνή βαριά γυναικεία ακούστηκε …  


-Ποιός είναι;

- Ναι,  με συγχωρείτε που ενοχλώ …Μήπως είναι εύκολο να μου κατεβάσετε τα χρήματα ;

-Ποια χρήματα , ποιος είστε; Να βγω λίγο στο μπαλκόνι γιατί δεν σας ακούω και καλά

Τραβήχτηκε προς τα πίσω  ο Στάθης και ύψωσε τα μάτια στον δεύτερο …Βγήκε μια γυναίκα γύρω στα πενήντα ,απορημένη κάπως του φάνηκε …

- Εσείς χτυπήσατε ; ρώτησε …τι θέλετε; …

- Εγώ είμαι ο ταξιτζής που έφερα την κόρη σας πριν λίγο από το αεροδρόμιο …και έκανε νεύμα δείχνοντας το παρκαρισμένο του ταξί…

-Ποια κόρη μου Κύριε φέρατε;

- Αστεία μου κάνετε τώρα …είπε ο Στάθης προσπαθώντας να κρύψει τον εκνευρισμό του ..Ε αυτό πια παραπάει ! Κλείσαμε εικοσάλεπτο κυρία μου που  περιμένω ..Αν δεν έχετε τα χρήματα δεν πειράζει,  εσείς να στε καλά …δεν θα πεθάνουμε κιόλας …αλλά μην με ταλαιπωρείτε κι εμένα ! μεροκάματο βγάζω…τι μεροκάματο,  νυχτοκάματο…

-Δεν σας καταλαβαίνω κύριε !

–Δεν με καταλαβαίνετε; ωραία !   Λέτε σας παρακαλώ στην Σοφία να βγει λίγο έξω να της πω;

 Στο άκουσμα αυτό η γυναίκα  ταράχτηκε και ξέσπασε σε λυγμούς …Ένας άντρας βγήκε τότε και εκείνη όρμησε στην αγκαλιά του …Μίλησε τότε αυτός :

-Τι συμβαίνει άνθρωπέ μου ..Τί θες , ποιος είσαι ;

- Άντε πάλι τα ίδια ! Το αγώι μου θέλω Χριστιανέ μου ..Τριάντα πέντε ευρώ …Μην με δουλεύετε ! Είπαμε αν δεν έχετε, χαλάλι σας

Ο άντρας μπήκε μέσα και ξαναβγήκε μόνος του

-Δεν  καταλαβαίνω τι μου λέτε … για ποιο αγώι μιλάτε; …

-Αεροδρόμιο –Καλλιθέα με την κόρη σας την Σοφία,  που μόλις επέστρεψε από Αγγλία ! Καταλάβατε τώρα; …

-Τι λες άνθρωπέ μου … είπε και έβαλε και αυτός τα κλάματα…

-Τι συμβαίνει , πείτε μου , έπαθε κάτι η Σοφία τώρα που ανέβηκε; …Παναγία μου το κορίτσι ! είπε ο Στάθης και μπήκε ξανά στην πυλωτήΆρχισε να χτυπά συνέχεια το κουδούνι μέχρι που του άνοιξαν …Ανέβηκε τρέχοντας από τα σκαλοπάτια και χτύπησε με το χέρι του την πόρτα …

-Σοφία , κορίτσι μου είσαι καλά ; Άνοιξέ μου ανησυχώ ! Δεν είναι για τα λεφτά …ξέχνα τα …κερασμένα …μα γιατί κλαίνε οι άνθρωποι…

Άνοιξε η πόρτα και ο άντρας με τα κλαμένα  μάτια τον άφησε να μπει

-Πες μου άνθρωπέ μου …Που την ξέρεις εσύ την Σοφία μας ;…

-Σας είπα κύριε πριν λίγο την έφερα από το αεροδρόμιο… Σαράντα λεπτά απόσταση κάναμε   …μου είπε , επειδή δεν είχε τόσα χρήματα ότι θα ανέβαινε για να μου τα φέρει …καταλαβαίνετε …γι αυτό και σας ανησύχησα …μα εσείς γιατί κλαίτε ; τι σας είπα και σας τάραξα τόσο;

Η γυναίκα κουλουριασμένη σε έναν καναπέ έκλαιγε με αναφιλητά και ο άντρας δεν άρθρωνε λέξη …τον κοιτούσε με τόση έκπληξη…Γύρισε απότομα ο Στάθης και νιώθει τα πόδια του να κόβονται …Σε ένα τραπεζάκι εκεί κοντά  , ένας δίσκος με κόλλυβα μνημόσυνου και δίπλα του μια φωτογραφία μιας νέας κοπέλας …

-Για σταθείτε , αυτή είναι η Σοφία …ή μήπως η αδελφή της ;

 -Ναι κύριε,  η Σοφία μας είναι είπε ο άντρας ..η κόρη μας …αύριο έχουμε το μνημόσυνο για τα δύο  της χρόνια …

-Με κοροϊδεύετε ! Με κοροϊδεύετε ! Δεν είναι αλήθεια …μου κάνετε πλάκα ! Σοφία ! Σοφία !Κορίτσι μου που είσαι;

Φώναζε σαν τρελός  ο Στάθης και άρχισε να πηγαίνει από δωμάτιο σε δωμάτιο . Να ανοίγει πόρτες , να κοιτάει κάτω από τραπέζια και κρεβάτια , ακόμα και μέσα σε ντουλάπες   …

Γύρισε έπειτα και τους κοίταξε κατάματα !

-Με περνάτε για τρελό έτσι ;  Πριν λίγο σας λέω ήμασταν μαζί ! Και μιλάγαμε συνέχεια …Πάλι δεν με πιστεύετε; Να σας πως κάτι άλλο τότε  …Αν τα βγάζω όλα τούτα από το μυαλό μου, πως ξέρω ότι εσείς είστε Λευκαδίτης και ετοιμάζετε επιχείρηση με ενοικιαζόμενα δωμάτια; Τώρα μου τα λεγε το κορίτσι …

Ο άντρας σωριάστηκε και αυτός στον καναπέ …

-Και εσείς που είστε η μάνα της ..έτσι δεν είναι  ;

- Ναι! είπε εκείνη με σβησμένη την φωνή …εγώ είμαι η μανούλα της …

-Πως ξέρω για εσάς ότι ετοιμάζεστε τώρα μέσα στην βδομάδα να πάτε στην Πάρο , για να κανονίσετε τα περιουσιακά σας ;Ποιος θα μου λεγε  τέτοιες λεπτομέρειες ;

 -Χριστέ μου είπε εκείνη και αγκάλιασε τον άντρα της …

 

Έκατσε σε μια καρέκλα ο Στάθης και κοίταζε την κορνίζα με την γελαστή φωτογραφία ..Εκείνο το χαμόγελο που φώτισε το Σαββατόβραδό του …Αμίλητος το κοίταζε ως που ξημέρωσε Κυριακή και Ανάσταση …Στην ενορία του Αγίου Νικολάου εκκλησιάστηκε εκείνη  την ημέρα του Κυρίου  ο Στάθης  …

-Τα κατάφερα Σοφάκι ! μονολογούσε συνεχώς … 

Και όλοι ρωτούσαν να μάθουν ποιος ήταν ο άγνωστος , που συνέχεια  κοιτούσε μόνο την γελαστή φωτογραφία , ψέλνοντας βουρκωμένος  το Χριστός Ανέστη !



 

Νώντας Σκοπετέας .

Απόσπασμα από εκπομπή με τίτλο :

 Ξημερώνει Ανάσταση ( 4 μέρη)
Διασκευασμένη Αληθινή Ιστορία , από ομιλία του π.Νίκωνος Αγιορείτου Νεοσκητιώτου  με θέμα : η ζωή μετά την ζωή .
http://sotiriapsixis.blogspot.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου