Αγναντεύοντας την απέναντι όχθη
αναρωτιέμαι πώς, ποιοι, πόσοι έζησαν, ζουν και θα ζήσουν ανάμεσα στα
μικρά φωτάκια που αντανακλούν στην ασθενή μου όραση.
Τρεμοπαίζουν, πολύχρωμα και θορυβώδεις… και αν σταθείς για λίγο εκεί στο μπαλκόνι της ύπαρξής σου θα αφουγκραστείς τις ιστορίες που διηγούνται.
Τρεμοπαίζουν, πολύχρωμα και θορυβώδεις… και αν σταθείς για λίγο εκεί στο μπαλκόνι της ύπαρξής σου θα αφουγκραστείς τις ιστορίες που διηγούνται.
Μιλούν για κάποιους που μισήθηκαν και αγαπήθηκαν. Για κάποιους που γέρασαν μέσα στην νιότη τους. Για κάποιους άσωτους που δεν επέστρεψαν ποτέ. Για κάποιους που έζησαν μια ζωή δίχως το άρωμα της σύνεσης. Για κάποιους ποιητές που σιώπησαν μέσα στην πεζότητα του είναι τους. Για κάποιους νέους που ερωτεύθηκαν, για κάποιους άλλους που απογοητεύτηκαν. Για ακτιβιστές που τα παράτησαν. Για αστούς που απελπίστηκαν.