Κάποιες
φορές οι στατιστικές δεν συμπεριφέρονται όπως αναμένονταν. Πάρτε για
παράδειγμα το ακανθώδες θέμα του εμπορίου ΗΠΑ – Κίνας και τον Ντόναλντ
Τραμπ.
Νωρίτερα φέτος ο αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε οργή για το μέγεθος του διμερούς εμπορικού ελλείμματος με την Κίνα και επέβαλε κλιμακούμενους δασμούς σε κινέζικες εισαγωγές αξίας 250 δισ. δολαρίων. Η εικασία εντός του Λευκού Οίκου ήταν ότι αυτό θα προκαλούσε μείωση του ελλείμματος, καθώς οι αμερικανικές εταιρείες θα παρήγαγαν περισσότερα αγαθά στη χώρα και/ή θα έβρισκαν τρόπους να αποφύγουν τις ακριβότερες εισαγωγές.
Η θεωρία, όμως, δεν λειτούργησε, ή τουλάχιστον όχι ακόμα. Το αντίθετο μάλιστα. Την προηγούμενη εβδομάδα η κυβέρνηση παρουσίασε στοιχεία που δείχνουν ότι το αμερικανικό έλλειμμα σε εμπορεύσιμα αγαθά με την κίνα αυξήθηκε 4,3% τον Σεπτέμβριο (εποχικά προσαρμοσμένα δεδομένα) στο επίπεδο των 37,4 δισ. δολαρίων, ένα ιστορικό υψηλό. Αυτό οφείλεται στην αύξηση 8% στις εισαγωγές από την Κίνα. Οι εξαγωγές, ωστόσο, παρέμειναν σε γενικές γραμμές σταθερές.
Και ενώ τα μηνιαία στοιχεία είναι αναξιόπιστα, η τάση είναι καθαρή: συνολικά το τρίτο τρίμηνο το έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα έφτασε τα 106 δισ. δολάρια, υψηλότερα από τα 92,9 δισ. την ίδια περίοδο πέρυσι, επίσης εξαιτίας μιας ανησυχητικής αύξησης των εισαγωγών. Για το σύνολο της χρονιάς ως το Σεπτέμβριο το αποτέλεσμα ήταν 305,4 δισ. δολάρια συγκρινόμενο με τα 276,6 δισ. δολάρια της περασμένης χρονιάς.
Από μακροοικονομική οπτική, αυτό δεν έχει σημασία. Στο κάτω κάτω η εμμονή με διμερή εμπορική ελλείμματα είναι γελοία σε ένα πολυμερή εμπορικό κόσμο, όπου το εμπόριο υπηρεσιών έχει ίδια σημασία (αν όχι μεγαλύτερη) με αυτό των αγαθών. Ο Λευκός Οίκος θα ήταν καλύτερο να εστιάσει σε τομείς στους οποίους οι ΗΠΑ έχουν νόμιμο παράπονο έναντι της Κίνας, όπως στην κατάχρηση της πνευματικής ιδιοκτησίας, όχι στα φορτία χάλυβα.
Αυτή η οικονομική λογική, όμως, είναι απίθανο να επηρεάσει αυτή τη στιγμή τον Ντ. Τραμπ, πόσο μάλλον που ο Λευκός Οίκος ετοιμάζεται για μια συνάντηση με τον κινέζο πρόεδρο Xi Jinping. Ετσι, αξίζει τον κόπο να αναρωτηθούμε γιατί οι διμερείς στατιστικές κινούνται με λάθος τρόπο.
Είναι ειρωνεία, αλλά μέρος της εξήγησης είναι η υφιστάμενη οικονομική ισχύς των ΗΠΑ: η γρήγορη ανάπτυξη συνήθως φέρνει περισσότερες εισαγωγές (ή όπως κάποιοι από τους συμβούλους του Τραμπ συνήθιζαν να του λένε μεταξύ σοβαρού και αστείου, με περιορισμένη επιτυχία, ο ευκολότερος τρόπος να λύσει το θέμα του εμπορικού ελλείμματος είναι να προκαλέσει ύφεση).
Ενας δεύτερος παράγοντας ίσως είναι ο χρονισμός: οι αμερικανικές εταιρείες έσπευσαν να αποθηκεύσουν εισαγόμενα είδη για να προστατευτούν από τις εμπορικές αναταραχές. Μια ανάλυση των στοιχείων υποδεικνύει, για παράδειγμα, ότι κλάδοι που ήδη υπόκεινται σε κυρώσεις (όπως ο χάλυβας) κατέγραψαν μια αξιοσημείωτη αύξηση εισαγωγών νωρίτερα φέτος, η οποία τώρα περιορίζεται.
Υπάρχει όμως και μια άλλη πιθανή εξήγηση, η οποία τώρα που σιωπηρά τίθεται επί τάπητος από ομάδες που παρακολουθούν την πολυπλοκότητα του παγκόσμιου εμπορίου: η Κίνα μπορεί πράγματι να κερδίζει στην οπτική (αν όχι στην ουσία) τους πρώτους γύρους της εμπορικής διαμάχης. «Η επέκταση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με την Κίνα… είναι ένα σημάδι ότι ο εμπορικός πόλεμος κινήθηκε ενάντια στις ΗΠΑ» το Σεπτέμβριο, παρατήρησε την προηγούμενη εβδομάδα η Panjiva, μια υπηρεσία συγκέντρωσης εμπορικών στοιχείων. Ή όπως ο Soren Skou, επικεφαλής της ναυτιλιακής AP Moller-Maersk σημείωσε σε τηλεδιάσκεψη την Τρίτη: «είναι ειρωνεία, αλλά αφότου αύξησε την πίεση ο Ντοναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ αύξησαν τις εισαγωγές τους από την Κίνα ακόμα περισσότερο», παρότι οι αμερικανικές εξαγωγές σε τομείς όπως η σόγια κατέρρευσαν.
Ο κος Skou εν μέρει το αποδίδει αυτό στην αποθεματοποίηση. Αλλά είναι εντυπωσιακό ότι υποστηρίζει πως η θέση των κινεζικών εταιρειών στην εφοδιαστική αλυσίδα σημαίνει ότι τους είναι ευκολότερο να βρουν αντικατάσταση για τα αμερικανικά προϊόντα, απ’ ότι στις αμερικανικές για τα κινεζικά.
Ένα τρίτο κρίσιμο θέμα, λέει ο Skou, είναι ότι ο Ντ. Τραμπ δεν μπορεί «να πει στην Nike, την Walmart και την The Home Depot ότι δεν μπορούν να εισάγουν από την Κίνα». Ετσι προβλέπει ότι οι αμερικανικές εταιρείες «θα συνεχίσουν να εισάγουν [από την Κίνα] και θα εργαστούν για λύσεις», δεχόμενες ένα χτύπημα στα περιθώρια (το οποίο, βεβαίως, εν μέρει αντισταθμίζεται τώρα έτσι και αλλιώς από την αδυναμία του γουάν).
Το Πεκίνο, αντίθετα, μπορεί απλά να διατάξει τις κρατικά ελεγχόμενες επιχειρήσεις να αλλάξουν τα εμπορικά μοντέλα τους, και πιθανότατα το κάνει, δεδομένου ότι η κινεζική κυβέρνηση (σε αντίθεση με τον χαοτικό Λευκό Οίκο), έχει κεντρικά συντονισμένη διαπραγματευτική θέση και ατζέντα.
Σημαίνει αυτό ότι το Πεκίνο δεν θα κάνει παραχωρήσεις στις διαπραγματεύσεις; Όχι απαραίτητα. Στο κάτω κάτω η κινεζική οικονομία πιθανότατα είναι πιο ευάλωτη σε ένα εμπορικό πόλεμο απ’ ότι οι ΗΠΑ και η εικόνα μπορεί να αλλάξει αν (ή όταν) τελειώσει η αποθεματοποίηση. Αλλά αν μη τι άλλο, αυτή η ειρωνεία -για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του Skou- στα ενοχλητικά στατιστικά στοιχεία δείχνει πόσο δύσκολο είναι να προβλέψουμε τις ακριβείς συνέπειες ενός εμπορικού πολέμου.
Και ίσως την ανοησία να υποτιμούμε την Κίνα ως αντίπαλο, ειδικά αν μείνει πειθαρχημένη, αποφασισμένη και χωρίς προβλήματα από τη Δημοκρατία.
https://www.euro2day.gr
Νωρίτερα φέτος ο αμερικανός πρόεδρος εξέφρασε οργή για το μέγεθος του διμερούς εμπορικού ελλείμματος με την Κίνα και επέβαλε κλιμακούμενους δασμούς σε κινέζικες εισαγωγές αξίας 250 δισ. δολαρίων. Η εικασία εντός του Λευκού Οίκου ήταν ότι αυτό θα προκαλούσε μείωση του ελλείμματος, καθώς οι αμερικανικές εταιρείες θα παρήγαγαν περισσότερα αγαθά στη χώρα και/ή θα έβρισκαν τρόπους να αποφύγουν τις ακριβότερες εισαγωγές.
Η θεωρία, όμως, δεν λειτούργησε, ή τουλάχιστον όχι ακόμα. Το αντίθετο μάλιστα. Την προηγούμενη εβδομάδα η κυβέρνηση παρουσίασε στοιχεία που δείχνουν ότι το αμερικανικό έλλειμμα σε εμπορεύσιμα αγαθά με την κίνα αυξήθηκε 4,3% τον Σεπτέμβριο (εποχικά προσαρμοσμένα δεδομένα) στο επίπεδο των 37,4 δισ. δολαρίων, ένα ιστορικό υψηλό. Αυτό οφείλεται στην αύξηση 8% στις εισαγωγές από την Κίνα. Οι εξαγωγές, ωστόσο, παρέμειναν σε γενικές γραμμές σταθερές.
Και ενώ τα μηνιαία στοιχεία είναι αναξιόπιστα, η τάση είναι καθαρή: συνολικά το τρίτο τρίμηνο το έλλειμμα των ΗΠΑ με την Κίνα έφτασε τα 106 δισ. δολάρια, υψηλότερα από τα 92,9 δισ. την ίδια περίοδο πέρυσι, επίσης εξαιτίας μιας ανησυχητικής αύξησης των εισαγωγών. Για το σύνολο της χρονιάς ως το Σεπτέμβριο το αποτέλεσμα ήταν 305,4 δισ. δολάρια συγκρινόμενο με τα 276,6 δισ. δολάρια της περασμένης χρονιάς.
Από μακροοικονομική οπτική, αυτό δεν έχει σημασία. Στο κάτω κάτω η εμμονή με διμερή εμπορική ελλείμματα είναι γελοία σε ένα πολυμερή εμπορικό κόσμο, όπου το εμπόριο υπηρεσιών έχει ίδια σημασία (αν όχι μεγαλύτερη) με αυτό των αγαθών. Ο Λευκός Οίκος θα ήταν καλύτερο να εστιάσει σε τομείς στους οποίους οι ΗΠΑ έχουν νόμιμο παράπονο έναντι της Κίνας, όπως στην κατάχρηση της πνευματικής ιδιοκτησίας, όχι στα φορτία χάλυβα.
Αυτή η οικονομική λογική, όμως, είναι απίθανο να επηρεάσει αυτή τη στιγμή τον Ντ. Τραμπ, πόσο μάλλον που ο Λευκός Οίκος ετοιμάζεται για μια συνάντηση με τον κινέζο πρόεδρο Xi Jinping. Ετσι, αξίζει τον κόπο να αναρωτηθούμε γιατί οι διμερείς στατιστικές κινούνται με λάθος τρόπο.
Είναι ειρωνεία, αλλά μέρος της εξήγησης είναι η υφιστάμενη οικονομική ισχύς των ΗΠΑ: η γρήγορη ανάπτυξη συνήθως φέρνει περισσότερες εισαγωγές (ή όπως κάποιοι από τους συμβούλους του Τραμπ συνήθιζαν να του λένε μεταξύ σοβαρού και αστείου, με περιορισμένη επιτυχία, ο ευκολότερος τρόπος να λύσει το θέμα του εμπορικού ελλείμματος είναι να προκαλέσει ύφεση).
Ενας δεύτερος παράγοντας ίσως είναι ο χρονισμός: οι αμερικανικές εταιρείες έσπευσαν να αποθηκεύσουν εισαγόμενα είδη για να προστατευτούν από τις εμπορικές αναταραχές. Μια ανάλυση των στοιχείων υποδεικνύει, για παράδειγμα, ότι κλάδοι που ήδη υπόκεινται σε κυρώσεις (όπως ο χάλυβας) κατέγραψαν μια αξιοσημείωτη αύξηση εισαγωγών νωρίτερα φέτος, η οποία τώρα περιορίζεται.
Υπάρχει όμως και μια άλλη πιθανή εξήγηση, η οποία τώρα που σιωπηρά τίθεται επί τάπητος από ομάδες που παρακολουθούν την πολυπλοκότητα του παγκόσμιου εμπορίου: η Κίνα μπορεί πράγματι να κερδίζει στην οπτική (αν όχι στην ουσία) τους πρώτους γύρους της εμπορικής διαμάχης. «Η επέκταση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με την Κίνα… είναι ένα σημάδι ότι ο εμπορικός πόλεμος κινήθηκε ενάντια στις ΗΠΑ» το Σεπτέμβριο, παρατήρησε την προηγούμενη εβδομάδα η Panjiva, μια υπηρεσία συγκέντρωσης εμπορικών στοιχείων. Ή όπως ο Soren Skou, επικεφαλής της ναυτιλιακής AP Moller-Maersk σημείωσε σε τηλεδιάσκεψη την Τρίτη: «είναι ειρωνεία, αλλά αφότου αύξησε την πίεση ο Ντοναλντ Τραμπ, οι ΗΠΑ αύξησαν τις εισαγωγές τους από την Κίνα ακόμα περισσότερο», παρότι οι αμερικανικές εξαγωγές σε τομείς όπως η σόγια κατέρρευσαν.
Ο κος Skou εν μέρει το αποδίδει αυτό στην αποθεματοποίηση. Αλλά είναι εντυπωσιακό ότι υποστηρίζει πως η θέση των κινεζικών εταιρειών στην εφοδιαστική αλυσίδα σημαίνει ότι τους είναι ευκολότερο να βρουν αντικατάσταση για τα αμερικανικά προϊόντα, απ’ ότι στις αμερικανικές για τα κινεζικά.
Ένα τρίτο κρίσιμο θέμα, λέει ο Skou, είναι ότι ο Ντ. Τραμπ δεν μπορεί «να πει στην Nike, την Walmart και την The Home Depot ότι δεν μπορούν να εισάγουν από την Κίνα». Ετσι προβλέπει ότι οι αμερικανικές εταιρείες «θα συνεχίσουν να εισάγουν [από την Κίνα] και θα εργαστούν για λύσεις», δεχόμενες ένα χτύπημα στα περιθώρια (το οποίο, βεβαίως, εν μέρει αντισταθμίζεται τώρα έτσι και αλλιώς από την αδυναμία του γουάν).
Το Πεκίνο, αντίθετα, μπορεί απλά να διατάξει τις κρατικά ελεγχόμενες επιχειρήσεις να αλλάξουν τα εμπορικά μοντέλα τους, και πιθανότατα το κάνει, δεδομένου ότι η κινεζική κυβέρνηση (σε αντίθεση με τον χαοτικό Λευκό Οίκο), έχει κεντρικά συντονισμένη διαπραγματευτική θέση και ατζέντα.
Σημαίνει αυτό ότι το Πεκίνο δεν θα κάνει παραχωρήσεις στις διαπραγματεύσεις; Όχι απαραίτητα. Στο κάτω κάτω η κινεζική οικονομία πιθανότατα είναι πιο ευάλωτη σε ένα εμπορικό πόλεμο απ’ ότι οι ΗΠΑ και η εικόνα μπορεί να αλλάξει αν (ή όταν) τελειώσει η αποθεματοποίηση. Αλλά αν μη τι άλλο, αυτή η ειρωνεία -για να χρησιμοποιήσουμε τη φράση του Skou- στα ενοχλητικά στατιστικά στοιχεία δείχνει πόσο δύσκολο είναι να προβλέψουμε τις ακριβείς συνέπειες ενός εμπορικού πολέμου.
Και ίσως την ανοησία να υποτιμούμε την Κίνα ως αντίπαλο, ειδικά αν μείνει πειθαρχημένη, αποφασισμένη και χωρίς προβλήματα από τη Δημοκρατία.
https://www.euro2day.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου