Η διαμάχη που ξέσπασε με αφορμή τον αποκεφαλισμό του ιεροκήρυκα Νιμρ αλ Νιμρ για τη Σαουδική Αραβία και το Ιράν,
δεν είναι καθόλου καινούργια, αντιθέτως θα έλεγε κανείς πως περνά
περιόδους ύφεσης και έξαρσης καθώς έχει να κάνει με τα δυο ισλαμικά
δόγματα.
Οι Σουνίτες είναι ένας από τους δύο κύριους κλάδους του Ισλάμ. Δίνουν
έμφαση στην σούνα (παράδοση) του προφήτη Μωάμεθ. Ορισμένες φορές οι
σουνίτες μουσουλμάνοι αναφέρονται ως «ορθόδοξοι». Πάντως είναι το
πολυπληθέστερο από τα δύο κύρια ισλαμικά «δόγματα».
Η επικρατούσα θρησκεία στην Αραβία πριν την εμφάνιση του Ισλάμ ήταν ένας συνδυασμός ανιμισμού και πολυθεϊσμού.
Ευρέως διαδεδομένη ήταν η λατρεία πνευμάτων που κατοικούσαν στα δέντρα και στις πηγές των οάσεων.
Ανώτερος μεταξύ των θεοτήτων ήταν ο Αλλάχ, ο δημιουργός του κόσμου.
Επιπλέον, διαδεδομένη ήταν και η λατρεία των ιερών λίθων, για τους οποίους πίστευαν ότι περιέχουν κάποια δύναμη που μπορούσε να μεταδοθεί στον πιστό με την επαφή.
Σημαντικό ιερό στο οποίο γίνονταν ετήσια προσκυνήματα ήταν η Καάμπα στη Μέκκα, ένα μεγάλο οικοδόμημα κυβικού σχήματος, χτισμένο πάνω σε έναν από αυτούς τους ιερούς λίθους, το οποίο στέγαζε, επίσης, αγάλματα πολλών άλλων θεοτήτων. Υπήρχαν, τέλος, ιουδαϊκές και χριστιανικές κοινότητες.
Μετά το θάνατο του Μωάμεθ, οι Μουσουλμάνοι που αποδέχθηκαν τον Αμπού Μπακρ ως πρώτο χαλίφη, έγιναν γνωστοί ως Αχλ αλ-Σούνα ουα αλ-Τζαμά’αχ (άνθρωποι της παράδοσης και της ενοποίησης), έτσι ώστε να ξεχωρίζουν από τους Σιίτες, οι οποίοι απέρριψαν τον Αμπού Μπακρ ως διάδοχο του Προφήτη Μωάμεθ, υπέρ του Αλή.
Οι πρώτοι τέσσερις χαλίφηδες είναι γνωστοί στους Σουνίτες, ως Ρασιντούν (Ορθώς Καθοδηγούμενοι). Οι Σουνίτες αναγνωρίζουν ως πρώτο Χαλίφη τον προαναφερθέντα Αμπού Μπακρ, ως δεύτερο τον Ομάρ, ως τρίτο τον Ουθμάν και ως τέταρτο, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, τον Αλή.
Μετά τους τέσσερις πρώτους χαλίφηδες, το Χαλιφάτο έγινε δεκτό ως πολιτικό σύστημα από δυναστείες όπως αυτές των Αββασιδών, των Οθωμανών και της αυτοκρατορικής δυναστείας Μουγκάλ της Νότιας Ασίας. Ήταν επίσης δεκτό για σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, από άλλες ανταγωνιστικές δυναστείες στην Ισπανία, τη Βόρεια Αφρική και την Αίγυπτο.
Ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ κατήργησε το σύστημα του οθωμανικού χαλιφάτου μετά την έξωση του Αμπντούλ Μετζίτ Β΄ από την μέχρι τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, ιδρύοντας την Τουρκική Δημοκρατία ως ένα κοσμικό κράτος. Αυτό που καταργεί τώρα ο Ερντογάν.
Το χρονικό της σύγκρουσης στις μέρες μας
Το 1987, 402 προσκυνητές, 275 από τους οποίους ήταν ιρανικής καταγωγής, έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια συγκρούσεων στη μουσουλμανική πόλη της Μέκκα.
Η αντίδραση ήταν άμεση στο Ιράν, με τους διαδηλωτές να βγαίνουν στους δρόμους και να καίνε τις πρεσβείες της Σ. Αραβίας και του Κουβέιτ.
Ως αποτέλεσμα, οι διπλωματικές σχέσεις αποκόπηκαν από τον βασιλιάς της Σαουδικής Αραβίας Fahd, τον Απρίλιο του 1988.
Έφθασε το 1999 για να αναθερμανθούν οι σχέσεις των δύο χωρών, όταν ο βασιλιάς Fahd συνεχάρη τον Ιρανό πρωθυπουργό Mohammad Khatami για την εκλογή του, σηματοδοτώντας την επανέναρξη των συνομιλιών ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Ο πόλεμος όμως στο Ιράκ σε συνδυασμό με την πυρηνική στρατηγική του Ιράν, έμελλε να χειροτερέψει εκ νέου τις διπλωματικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες.
Η Σ. Αραβία υποστήριξε τότε πως το Ιράν έβαζε σε κίνδυνο τον Περσικό Κόλπο με τις κινήσεις του, καθώς ήδη οι ΗΠΑ είχαν ξεσηκωθεί εναντίον του.
Τονίζεται πως η Σ. Αραβία ήταν από τους βασικούς υποστηρικτές της επιβολής κυρώσεων κατά του Ιράν.
Με την έναρξη της «Αραβικής Άνοιξης», το 2011, η Σ. Αραβία έστειλε στρατεύματα για να βοηθήσουν το Μπαχρέιν στην καταστολή των μαζικών διαδηλώσεων υπέρ της δημοκρατίας, φοβούμενοι κυρίως το ότι η σιιτική αντιπολίτευση θα ευθυγραμμισθεί με το Ιράν.
Σ. Αραβία και Μπαχρέιν κατηγόρησαν αργότερα το Ιράν, για υπόθαλψη της βίας κατά των αστυνομικών Μπαχρέιν.
Ο πόλεμος της Συρίας που ακολούθησε, έφερε την Σ. Αραβία στο πλευρό των τζιχαντιστών (όχι στρατιωτικά) κατά του Assad, τον οποίο ευθέως κατηγόρησε για γενοκτονίες και εγκλήματα.
Το Ιράν δεν μπόρεσε να μην αναμιχθεί, εξαπολύοντας πυρά στην Σ. Αραβία, την οποία κατηγόρησε για υπόθαλψη της τρομοκρατίας.
Τον Μάρτιο του 2015, η Σ. Αραβία ξεκίνησε μια στρατιωτική εκστρατεία στην Υεμένη για να σταματήσει τους «Houthis» από την ανάληψη της εξουσίας.
Το Ριάντ κατηγόρησε τότε το Ιράν για τη χρήση της πολιτοφυλακής, προκειμένου να οργανώσει πραξικόπημα, ενώ η Τεχεράνη απάντησε, καταγγέλλοντας αεροπορικές επιδρομές του κατά αμάχων.
Από
tribune.gr
Η επικρατούσα θρησκεία στην Αραβία πριν την εμφάνιση του Ισλάμ ήταν ένας συνδυασμός ανιμισμού και πολυθεϊσμού.
Ευρέως διαδεδομένη ήταν η λατρεία πνευμάτων που κατοικούσαν στα δέντρα και στις πηγές των οάσεων.
Ανώτερος μεταξύ των θεοτήτων ήταν ο Αλλάχ, ο δημιουργός του κόσμου.
Επιπλέον, διαδεδομένη ήταν και η λατρεία των ιερών λίθων, για τους οποίους πίστευαν ότι περιέχουν κάποια δύναμη που μπορούσε να μεταδοθεί στον πιστό με την επαφή.
Σημαντικό ιερό στο οποίο γίνονταν ετήσια προσκυνήματα ήταν η Καάμπα στη Μέκκα, ένα μεγάλο οικοδόμημα κυβικού σχήματος, χτισμένο πάνω σε έναν από αυτούς τους ιερούς λίθους, το οποίο στέγαζε, επίσης, αγάλματα πολλών άλλων θεοτήτων. Υπήρχαν, τέλος, ιουδαϊκές και χριστιανικές κοινότητες.
Μετά το θάνατο του Μωάμεθ, οι Μουσουλμάνοι που αποδέχθηκαν τον Αμπού Μπακρ ως πρώτο χαλίφη, έγιναν γνωστοί ως Αχλ αλ-Σούνα ουα αλ-Τζαμά’αχ (άνθρωποι της παράδοσης και της ενοποίησης), έτσι ώστε να ξεχωρίζουν από τους Σιίτες, οι οποίοι απέρριψαν τον Αμπού Μπακρ ως διάδοχο του Προφήτη Μωάμεθ, υπέρ του Αλή.
Οι πρώτοι τέσσερις χαλίφηδες είναι γνωστοί στους Σουνίτες, ως Ρασιντούν (Ορθώς Καθοδηγούμενοι). Οι Σουνίτες αναγνωρίζουν ως πρώτο Χαλίφη τον προαναφερθέντα Αμπού Μπακρ, ως δεύτερο τον Ομάρ, ως τρίτο τον Ουθμάν και ως τέταρτο, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, τον Αλή.
Μετά τους τέσσερις πρώτους χαλίφηδες, το Χαλιφάτο έγινε δεκτό ως πολιτικό σύστημα από δυναστείες όπως αυτές των Αββασιδών, των Οθωμανών και της αυτοκρατορικής δυναστείας Μουγκάλ της Νότιας Ασίας. Ήταν επίσης δεκτό για σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, από άλλες ανταγωνιστικές δυναστείες στην Ισπανία, τη Βόρεια Αφρική και την Αίγυπτο.
Ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ κατήργησε το σύστημα του οθωμανικού χαλιφάτου μετά την έξωση του Αμπντούλ Μετζίτ Β΄ από την μέχρι τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, ιδρύοντας την Τουρκική Δημοκρατία ως ένα κοσμικό κράτος. Αυτό που καταργεί τώρα ο Ερντογάν.
Το χρονικό της σύγκρουσης στις μέρες μας
Το 1987, 402 προσκυνητές, 275 από τους οποίους ήταν ιρανικής καταγωγής, έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια συγκρούσεων στη μουσουλμανική πόλη της Μέκκα.
Η αντίδραση ήταν άμεση στο Ιράν, με τους διαδηλωτές να βγαίνουν στους δρόμους και να καίνε τις πρεσβείες της Σ. Αραβίας και του Κουβέιτ.
Ως αποτέλεσμα, οι διπλωματικές σχέσεις αποκόπηκαν από τον βασιλιάς της Σαουδικής Αραβίας Fahd, τον Απρίλιο του 1988.
Έφθασε το 1999 για να αναθερμανθούν οι σχέσεις των δύο χωρών, όταν ο βασιλιάς Fahd συνεχάρη τον Ιρανό πρωθυπουργό Mohammad Khatami για την εκλογή του, σηματοδοτώντας την επανέναρξη των συνομιλιών ανάμεσα στις δύο πλευρές.
Ο πόλεμος όμως στο Ιράκ σε συνδυασμό με την πυρηνική στρατηγική του Ιράν, έμελλε να χειροτερέψει εκ νέου τις διπλωματικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες.
Η Σ. Αραβία υποστήριξε τότε πως το Ιράν έβαζε σε κίνδυνο τον Περσικό Κόλπο με τις κινήσεις του, καθώς ήδη οι ΗΠΑ είχαν ξεσηκωθεί εναντίον του.
Τονίζεται πως η Σ. Αραβία ήταν από τους βασικούς υποστηρικτές της επιβολής κυρώσεων κατά του Ιράν.
Με την έναρξη της «Αραβικής Άνοιξης», το 2011, η Σ. Αραβία έστειλε στρατεύματα για να βοηθήσουν το Μπαχρέιν στην καταστολή των μαζικών διαδηλώσεων υπέρ της δημοκρατίας, φοβούμενοι κυρίως το ότι η σιιτική αντιπολίτευση θα ευθυγραμμισθεί με το Ιράν.
Σ. Αραβία και Μπαχρέιν κατηγόρησαν αργότερα το Ιράν, για υπόθαλψη της βίας κατά των αστυνομικών Μπαχρέιν.
Ο πόλεμος της Συρίας που ακολούθησε, έφερε την Σ. Αραβία στο πλευρό των τζιχαντιστών (όχι στρατιωτικά) κατά του Assad, τον οποίο ευθέως κατηγόρησε για γενοκτονίες και εγκλήματα.
Το Ιράν δεν μπόρεσε να μην αναμιχθεί, εξαπολύοντας πυρά στην Σ. Αραβία, την οποία κατηγόρησε για υπόθαλψη της τρομοκρατίας.
Τον Μάρτιο του 2015, η Σ. Αραβία ξεκίνησε μια στρατιωτική εκστρατεία στην Υεμένη για να σταματήσει τους «Houthis» από την ανάληψη της εξουσίας.
Το Ριάντ κατηγόρησε τότε το Ιράν για τη χρήση της πολιτοφυλακής, προκειμένου να οργανώσει πραξικόπημα, ενώ η Τεχεράνη απάντησε, καταγγέλλοντας αεροπορικές επιδρομές του κατά αμάχων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου