Ποιος ήταν ο Παύλος Μελάς
Ο Παύλος Μελάς (29 Μαρτίου 1870 – 13 Οκτωβρίου 1904) ήταν αξιωματικός πυροβολικού του ελληνικού στρατού.
Ήταν γιος του Μιχαήλ Μελά και γαμπρός του Στέφανου Δραγούμη. Στάθηκε
από τους πρωτεργάτες του Μακεδονικού αγώνα και σκοτώθηκε κατά τη
διάρκεια επιχειρήσεων στην περιοχή της Μακεδονίας.
Γεννήθηκε στη Μασσαλία της Νότιας Γαλλίας στις 29 Μαρτίου του 1870. Ηταν ένα από τα επτά παιδιά του ηπειρώτη έμπορου Μιχαήλ Μελά και της Ελένης Βουτσινά, κόρης εύπορου κεφαλλονίτη εμπόρου από την Οδυσσό. Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τον Παρακάλαμο Πωγωνίου της Ηπείρου, όπου ακόμα σώζονται τα ερείπια του οικογενειακού πύργου. Η οικογένεια του μετακινήθηκε στην Αθήνα το 1874.
Το 1885 ο Μελάς τελείωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τον επόμενο χρόνο εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απ' όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός το 1891. Παράλληλα γνώρισε τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη του πολιτικού και μέλλοντα πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη και αδερφή του Ίωνα Δραγούμη.
Ο Στέφανος Δραγούμης ήταν επίσης φλογερός εθνικιστής και είχε εμφυσήσει στα παιδιά του αντίστοιχα ιδανικά. Ο Μελάς και η Δραγούμη παντρεύτηκαν τον Οκτώβριο του 1892 και απέκτησαν δύο παιδιά: Τον Μιχάλη (χαϊδευτικά Μίκης) το 1895 και τη Ζωή (χαϊδευτικά Ζέζα) το 1897.
O Μελάς ήταν από τους πρώτους που στελέχωσαν το «Μακεδονικό Κομιτάτο», που ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1900 με στόχο τη διάσωση του Ελληνισμού της Μακεδονίας από τον βουλγαρικό επεκτατισμό. Το 1904 μαζί με τους αξιωματικούς Α. Κοντούλη, Α. Παπούλα και Γ. Κολοκοτρώνη, επιχειρούν να εισέλθουν στην Μακεδονία προς επιτόπια μελέτη της κατάστασης.
Ωστόσο το εγχείρημα αποτυγχάνει και επιστρέφουν στην Αθήνα. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, μετά από κατάλληλη προετοιμασία, θα καταφέρει τελικά να περάσει τα σύνορα στη Μελούνα, ως ζωέμπορος με το όνομα «Πέτρος Δέδες». Για περίπου 20 μέρες θα επισκεφθεί χωριά της Μακεδονίας, ενώ στην Θεσσαλονίκη συναντιέται κρυφά με τον Έλληνα πρόξενο Λάμπρο Κορομηλά, όπου ανταλλάσσουν σκέψεις για ανάληψη επιχειρήσεων. Με την επιστροφή του στην Αθήνα, ενημερώνει την ελληνική κυβέρνηση για την κατάσταση στην Μακεδονία και προτείνει δράση κατά των κομιτατζήδων.
Ο ίδιος θα αναλάβει τελικά την αρχηγία του Μακεδονικού αγώνα ενάντια στους Βούλγαρους με την εντολή να ασκεί καθήκοντα αρχηγού και τη νύχτα της 27ης με 28ης Αυγούστου με το επιχειρησιακό όνομα Καπετάν Μίκης Ζέζας, και με ένοπλο σώμα 35 ανδρών που το αποτελούσαν Μακεδόνες, Μανιάτες και Κρητικοί, πέρασαν τα ελληνοοθωμανικά σύνορα και εισήλθαν στα εδάφη της Μακεδονίας, κοντά στη σημερινή Άρνισσα.
Έχοντας να αντιμετωπίσει από πολύ νωρίς το κυνηγητό του οθωμανικού στρατού Οθωμανών, μια και η παρουσία του στην Μακεδονία προδόθηκε, το σώμα του Παύλου Μελά περιπλανήθηκε στην περιοχή της Σαμαρίνας κάτω από δύσκολες συνθήκες. Η πρώτη «επιχείρηση» θα πραγματοποιηθεί στις 15 Σεπτεμβρίου στο χωριό Σρέμπερνο, όπου ο Μελάς συνέλαβε δύο φιλοβούλγαρους που τους έπεισε να επιστρέψουν στο Πατριαρχείο και να αποκηρύξουν την εξαρχία. Ακολούθησαν και άλλες μικρές «επιχειρήσεις» με στόχο να ανυψωθεί το ηθικό των Ελλήνων κατοίκων, που είχαν να αντιμετωπίσουν την βουλγαρική πλημμυρίδα και απειλή.
Στις 12 Οκτωβρίου, ύστερα από αποτυχημένη επιδρομή στο Νερέτ, ο Μελάς και η ομάδα του κατευθύνθηκαν στα Στάτιστα (σημερινός Μελάς). Ο ντόπιος συνεργάτης του Μελά Ντίνας Στεργίου μοίρασε τους άνδρες της ομάδας σε πέντε σπίτια. Στο χωριό όμως υπήρχε οργανωμένος βουλγαρικός πυρήνας, μέλος του οποίου ειδοποίησε τον οθωμανικό στρατό για την παρουσία του ελληνικού σώματος.
Έτσι, στις 13 Οκτωβρίου το χωριό περικυκλώθηκε από οθωμανικό απόσπασμα 150 ανδρών και ξεκίνησαν αψιμαχίες. Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας θα έβρισκε τον Μελά νεκρό υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Σύμφωνα με μια αφήγηση των συμβάντων που διαδόθηκε από τις εφημερίδες της εποχής πέθανε στα χέρια του φίλου του, Γεώργιου Στρατινάκη και η τελευταία του φράση πριν ξεψυχήσει ήταν «Βούλγαρος να μη μείνει».
Γύρω από το σώμα του νεκρού Παύλου Μελά εκτυλίχθηκε μια διπλωματική επιχείρηση για την παραλαβή και ενταφιασμό του.
Οι Έλληνες δεν ήθελαν να γίνει γνωστή στους Οθωμανούς η ταυτότητα και το στρατιωτικό αξίωμα του νεκρού, διότι αυτό θα δημιουργούσε διπλωματική κρίση. Αρχικά ο νεκρός θάφτηκε από τους χωρικούς έξω από τη Στάτιστα ενώ οι Οθωμανοί δεν γνώριζαν την ταυτότητά του. Αργότερα ο Ντίνας απεσταλμένος της ελληνικής πλευράς επιχείρησε να ξεθάψει και να μεταφέρει αλλού τον νεκρό.
Στο μεταξύ όμως ο θάνατος του Μελά είχε μαθευτεί στην Αθήνα και η εκεί Οθωμανική πρεσβεία ειδοποίησε τις αρχές της Θεσσαλονίκης να βρουν το πτώμα ώστε να το χρησιμοποιήσουν σαν απόδειξη της Ελληνικής επέμβασης σε οθωμανική επικράτεια. Έτσι, ενώ ο Ντίνας έκανε την εκταφή εμφανίστηκε οθωμανικός στρατός.
Τότε έκοψε βιαστικά το κεφάλι του νεκρού και έφυγε. Το κεφάλι τάφηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη του Ναού της Αγίας Παρασκευής στο χωριό Πισοδέρι ενώ οι Οθωμανοί πήραν το ακέφαλο σώμα και το πήγαν στην Καστοριά για αναγνώριση.
Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, που γνώριζε τα πάντα, κινητοποίησε τη νεολαία της Καστοριάς που περικύκλωσε το Διοικητήριο και απαιτούσε να τους δοθεί το σώμα «κάποιου Ζέζα» που ήταν Έλληνας. Ο Μητροπολίτης, προειδοποιώντας ότι μπορεί να συμβούν ταραχές που θα έβλαπταν την ειρηνική συμβίωση Τούρκων και Ελλήνων κατάφερε να του δοθεί το σώμα το οποίο και τάφηκε στο παρεκκλήσιο των Ταξιαρχών κοντά στο Μητροπολιτικό Μέγαρο Καστοριάς.
Ο θάνατος του Μελά, γόνου μιας από τις σημαντικότερες ελληνικές οικογένειες, πήρε μεγάλη δημοσιότητα και συγκλόνισε την κοινή γνώμη της εποχής. Υπό την πίεση των γεγονότων η ελληνική κυβέρνηση ωθήθηκε να συμμετάσχει πιο ενεργά στον μακεδονικό αγώνα ενώ αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των εθελοντών.
Ο Παύλος Μελάς χάρη στη στάση του και την εκτεταμένη δημοσιότητα που απέκτησε ο θάνατος του αποτέλεσε υπόδειγμα γενναιότητας και αυταπάρνησης για την απελευθέρωση της πατρίδας στην ελληνική ιστορία.
Από
pronews.gr
Γεννήθηκε στη Μασσαλία της Νότιας Γαλλίας στις 29 Μαρτίου του 1870. Ηταν ένα από τα επτά παιδιά του ηπειρώτη έμπορου Μιχαήλ Μελά και της Ελένης Βουτσινά, κόρης εύπορου κεφαλλονίτη εμπόρου από την Οδυσσό. Η καταγωγή της οικογένειάς του ήταν από τον Παρακάλαμο Πωγωνίου της Ηπείρου, όπου ακόμα σώζονται τα ερείπια του οικογενειακού πύργου. Η οικογένεια του μετακινήθηκε στην Αθήνα το 1874.
Το 1885 ο Μελάς τελείωσε τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τον επόμενο χρόνο εισήχθη στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων απ' όπου αποφοίτησε ως ανθυπολοχαγός το 1891. Παράλληλα γνώρισε τη Ναταλία Δραγούμη, κόρη του πολιτικού και μέλλοντα πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη και αδερφή του Ίωνα Δραγούμη.
Ο Στέφανος Δραγούμης ήταν επίσης φλογερός εθνικιστής και είχε εμφυσήσει στα παιδιά του αντίστοιχα ιδανικά. Ο Μελάς και η Δραγούμη παντρεύτηκαν τον Οκτώβριο του 1892 και απέκτησαν δύο παιδιά: Τον Μιχάλη (χαϊδευτικά Μίκης) το 1895 και τη Ζωή (χαϊδευτικά Ζέζα) το 1897.
O Μελάς ήταν από τους πρώτους που στελέχωσαν το «Μακεδονικό Κομιτάτο», που ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1900 με στόχο τη διάσωση του Ελληνισμού της Μακεδονίας από τον βουλγαρικό επεκτατισμό. Το 1904 μαζί με τους αξιωματικούς Α. Κοντούλη, Α. Παπούλα και Γ. Κολοκοτρώνη, επιχειρούν να εισέλθουν στην Μακεδονία προς επιτόπια μελέτη της κατάστασης.
Ωστόσο το εγχείρημα αποτυγχάνει και επιστρέφουν στην Αθήνα. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους, μετά από κατάλληλη προετοιμασία, θα καταφέρει τελικά να περάσει τα σύνορα στη Μελούνα, ως ζωέμπορος με το όνομα «Πέτρος Δέδες». Για περίπου 20 μέρες θα επισκεφθεί χωριά της Μακεδονίας, ενώ στην Θεσσαλονίκη συναντιέται κρυφά με τον Έλληνα πρόξενο Λάμπρο Κορομηλά, όπου ανταλλάσσουν σκέψεις για ανάληψη επιχειρήσεων. Με την επιστροφή του στην Αθήνα, ενημερώνει την ελληνική κυβέρνηση για την κατάσταση στην Μακεδονία και προτείνει δράση κατά των κομιτατζήδων.
Ο ίδιος θα αναλάβει τελικά την αρχηγία του Μακεδονικού αγώνα ενάντια στους Βούλγαρους με την εντολή να ασκεί καθήκοντα αρχηγού και τη νύχτα της 27ης με 28ης Αυγούστου με το επιχειρησιακό όνομα Καπετάν Μίκης Ζέζας, και με ένοπλο σώμα 35 ανδρών που το αποτελούσαν Μακεδόνες, Μανιάτες και Κρητικοί, πέρασαν τα ελληνοοθωμανικά σύνορα και εισήλθαν στα εδάφη της Μακεδονίας, κοντά στη σημερινή Άρνισσα.
Έχοντας να αντιμετωπίσει από πολύ νωρίς το κυνηγητό του οθωμανικού στρατού Οθωμανών, μια και η παρουσία του στην Μακεδονία προδόθηκε, το σώμα του Παύλου Μελά περιπλανήθηκε στην περιοχή της Σαμαρίνας κάτω από δύσκολες συνθήκες. Η πρώτη «επιχείρηση» θα πραγματοποιηθεί στις 15 Σεπτεμβρίου στο χωριό Σρέμπερνο, όπου ο Μελάς συνέλαβε δύο φιλοβούλγαρους που τους έπεισε να επιστρέψουν στο Πατριαρχείο και να αποκηρύξουν την εξαρχία. Ακολούθησαν και άλλες μικρές «επιχειρήσεις» με στόχο να ανυψωθεί το ηθικό των Ελλήνων κατοίκων, που είχαν να αντιμετωπίσουν την βουλγαρική πλημμυρίδα και απειλή.
Στις 12 Οκτωβρίου, ύστερα από αποτυχημένη επιδρομή στο Νερέτ, ο Μελάς και η ομάδα του κατευθύνθηκαν στα Στάτιστα (σημερινός Μελάς). Ο ντόπιος συνεργάτης του Μελά Ντίνας Στεργίου μοίρασε τους άνδρες της ομάδας σε πέντε σπίτια. Στο χωριό όμως υπήρχε οργανωμένος βουλγαρικός πυρήνας, μέλος του οποίου ειδοποίησε τον οθωμανικό στρατό για την παρουσία του ελληνικού σώματος.
Έτσι, στις 13 Οκτωβρίου το χωριό περικυκλώθηκε από οθωμανικό απόσπασμα 150 ανδρών και ξεκίνησαν αψιμαχίες. Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας θα έβρισκε τον Μελά νεκρό υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Σύμφωνα με μια αφήγηση των συμβάντων που διαδόθηκε από τις εφημερίδες της εποχής πέθανε στα χέρια του φίλου του, Γεώργιου Στρατινάκη και η τελευταία του φράση πριν ξεψυχήσει ήταν «Βούλγαρος να μη μείνει».
Γύρω από το σώμα του νεκρού Παύλου Μελά εκτυλίχθηκε μια διπλωματική επιχείρηση για την παραλαβή και ενταφιασμό του.
Οι Έλληνες δεν ήθελαν να γίνει γνωστή στους Οθωμανούς η ταυτότητα και το στρατιωτικό αξίωμα του νεκρού, διότι αυτό θα δημιουργούσε διπλωματική κρίση. Αρχικά ο νεκρός θάφτηκε από τους χωρικούς έξω από τη Στάτιστα ενώ οι Οθωμανοί δεν γνώριζαν την ταυτότητά του. Αργότερα ο Ντίνας απεσταλμένος της ελληνικής πλευράς επιχείρησε να ξεθάψει και να μεταφέρει αλλού τον νεκρό.
Στο μεταξύ όμως ο θάνατος του Μελά είχε μαθευτεί στην Αθήνα και η εκεί Οθωμανική πρεσβεία ειδοποίησε τις αρχές της Θεσσαλονίκης να βρουν το πτώμα ώστε να το χρησιμοποιήσουν σαν απόδειξη της Ελληνικής επέμβασης σε οθωμανική επικράτεια. Έτσι, ενώ ο Ντίνας έκανε την εκταφή εμφανίστηκε οθωμανικός στρατός.
Τότε έκοψε βιαστικά το κεφάλι του νεκρού και έφυγε. Το κεφάλι τάφηκε μπροστά στην Ωραία Πύλη του Ναού της Αγίας Παρασκευής στο χωριό Πισοδέρι ενώ οι Οθωμανοί πήραν το ακέφαλο σώμα και το πήγαν στην Καστοριά για αναγνώριση.
Ο Γερμανός Καραβαγγέλης, που γνώριζε τα πάντα, κινητοποίησε τη νεολαία της Καστοριάς που περικύκλωσε το Διοικητήριο και απαιτούσε να τους δοθεί το σώμα «κάποιου Ζέζα» που ήταν Έλληνας. Ο Μητροπολίτης, προειδοποιώντας ότι μπορεί να συμβούν ταραχές που θα έβλαπταν την ειρηνική συμβίωση Τούρκων και Ελλήνων κατάφερε να του δοθεί το σώμα το οποίο και τάφηκε στο παρεκκλήσιο των Ταξιαρχών κοντά στο Μητροπολιτικό Μέγαρο Καστοριάς.
Ο θάνατος του Μελά, γόνου μιας από τις σημαντικότερες ελληνικές οικογένειες, πήρε μεγάλη δημοσιότητα και συγκλόνισε την κοινή γνώμη της εποχής. Υπό την πίεση των γεγονότων η ελληνική κυβέρνηση ωθήθηκε να συμμετάσχει πιο ενεργά στον μακεδονικό αγώνα ενώ αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των εθελοντών.
Ο Παύλος Μελάς χάρη στη στάση του και την εκτεταμένη δημοσιότητα που απέκτησε ο θάνατος του αποτέλεσε υπόδειγμα γενναιότητας και αυταπάρνησης για την απελευθέρωση της πατρίδας στην ελληνική ιστορία.
Πηγαίνετε μία βόλτα στην Θεσσαλονίκη να δείτε πώς διατηρούν οι γείτονες Τούρκοι το σπίτι του Κεμάλ και πώς διατηρούν οι Έλληνες το σπίτι του Παύλου Μελά. Οι πρώτοι, το διατηρούν σε άψογη κατάσταση και οι δεύτεροι σε 'μαύρα χάλια'. Φανταστείτε το σπίτι του Μελά να μην βρισκόταν και εντός της Ελλάδας. Αίσχος, Ντροπή. Ας αναλογιστούν οι της Κυβέρνησης υπεύθυνοι τί έχει προσφέρει ο Παύλος Μελάς στην Ελλάδα και τί ο Κεμάλ.....
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν είναι μόνο το σπίτι του Μελά για το οποίο η Ελλάδα αδιαφορεί. Είναι πολλά και πάσης φύσεως ακόμη πράγματα κι αυτό καταδεικνύει το πόσο έχουμε εκτροχιαστεί από την πορεία μας ως λαός. Είναι καθήκον να αναδεικνύονται επιμέρους ζητήματα όπως το παραπάνω κι ενδεχομένως κάποια στιγμή οι υπεύθυνοι να θορυβηθούν. Αυτό όμως που είναι πρωτίστως χρέος μας είναι να βγούμε από το λήθαργο ως έθνος. Να σταματήσει επιτέλους η πνευματική σήψη που συστηματικά εξαπλώνεται σε όλους τους τομείς με γεωμετρική πρόοδο. Να υπερβούμε τα στενά ατομικιστικά και υλιστικά όρια του μιρόκοσμου μας και να αποκτήσουμε και πάλι συλλογική και πρωτίστως εθνική συνείδηση. Να ανάψει και πάλι μέσα μας η φλόγα, το ρωμαίικο πάθος, αυτό που θα πυροδοτήσει την ανάκαμψη του γένους μας. Η εικόνα εγκατάλειψης στο σπίτι του ήρωα Πάυλου Μελά είναι αντιπροσωπευτική και αντανακλά τη ζοφερή πραγματικότητα της εγκατελειμμένης-λεηλατημένης πατρίδας μας. Κάποτε την κατοικούσαν και ορίζαν την τύχη της ήρωες, σήμερα τη ρημάζουν τα "τρωκτικά" και τα "παράσιτα". Ας τη σώσουμε όσο ακόμη στέκεται όρθια. Ειδάλλως οι μέλλουσες γενεές θα λένε «Κάποτε εδώ βρισκόταν η Ελλάς. Κάποτε εδώ κατοικούσαν οι Ρωμηοί».
Διαγραφή