Αργούσε πολύ να ξημερώσει η ασέληνη νύχτα που άπλωσε στη χώρας μας η τουρκική ημισέληνος. Ο λαός μας, που είχε διδάξει τον κόσμο να ζει ελεύθερος, σήκωνε στενάζοντας επί αιώνες τον σκληρό της τυραννίας ζυγό.
Ένας λαός που εκπολίτισε και φώτισε με το φως του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού την οικουμένη ζούσε τετρακόσια χρόνια στο πηχτό σκοτάδι της τουρκοκρατίας. Οι απόγονοι του Σωκράτη, του Περικλή, του Μιλτιάδη, του Μεγαλέξανδρου και όλων των αγίων και μαρτύρων της Πίστεώς μας είχαν καταντήσει αξιοθρήνητοι ραγιάδες. Και ζούσαν μέσα στη φρικτή ατίμωση.
Δεν είχαν χάσει όμως τελείως την ελπίδα τους. Βαθιά μέσα τους
πίστευαν στο θαύμα της νεκραναστάσεως του Γένους. Η εορτή της Αναστάσεως
του Χριστού, που οι Τούρκοι τους επέτρεπαν να γιορτάζουν,
γεννούσε και φτέρωνε στις καρδιές τους την ελπίδα και της αναστάσεως του
Γένους. Τα τραγούδια της κλεφτουριάς – «ακόμα τούτη την
Άνοιξη…ραγιάδες, ραγιάδες»- τροφοδοτούσαν σαν το λάδι το καντήλι την
ελπίδα της εθνικής ελευθερίας.Ένας λαός που εκπολίτισε και φώτισε με το φως του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού την οικουμένη ζούσε τετρακόσια χρόνια στο πηχτό σκοτάδι της τουρκοκρατίας. Οι απόγονοι του Σωκράτη, του Περικλή, του Μιλτιάδη, του Μεγαλέξανδρου και όλων των αγίων και μαρτύρων της Πίστεώς μας είχαν καταντήσει αξιοθρήνητοι ραγιάδες. Και ζούσαν μέσα στη φρικτή ατίμωση.
Και η Άνοιξη, που την καρτερούσαν τόσο υπομονετικά, ήλθε στην ώρα της, την ώρα που είχε ορίσει Εκείνος που ρυθμίζει την ιστορία προσώπων και λαών ολόκληρων, Ήταν η ευλογημένη Άνοιξη του 1821. Τη ροδοδάκτυλη ανατολή της τη σήμανε στις 24 Φεβρουαρίου 1821 με την ιστορική προκήρυξή του ο Αλέξανδρος Υψηλάντης καλώντας τους Πανέλληνες σε ξεσηκωμό και ένοπλο αγώνα κατά των Τούρκων: «Η ώρα ήλθεν, ω άνδρες Έλληνες!... Ας αντηχήσουν λοιπόν όλα τα όρη της Ελλάδος από την τρομεράν κλαγγήν των όπλων μας… είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την πατρίδα, να κρημνίσωμεν από τα νεφη την ημισέληνον, δια να υψώσωμεν το σημείον, δι΄ου πάντοτε νικώμεν, λέγω τον Σταυρόν και ούτω να εκδικήσωμεν την πατρίδα και την ορθόδοξον ημών πίστιν από την ασεβή των βαρβάρων καταφρόνησιν…»
Και δεν άργησε να ανάψει η φωτιά. Ένα μήνα αργότερα ξεσηκώθηκε ο Μοριάς, η Καλαμάτα, η Μάνη, η Πάτρα και με την ευλογία του Παλαιών Πατρών Γερμανού, ανήμερα του Ευαγγελισμού στην Ιερά Μονή της Αγίας Λαύρας, άρχισε επίσημα η εποποιία της εθνικής μας παλιγγενεσίας. Η καταπίεση τόσων αιώνων ξέσπασε και τινάχθηκε σαν λάβα ηφαιστείου και απλώθηκε με τα φλάμπουρα των οπλαρχηγών από άκρη σε άκρη σε όλη τη χώρα. Παντού έπνεε άνεμος ελευθερίας και μια απόφαση δονούσε τις καρδιές όλων: «Ελευθερία ή θάνατος»! Είχε έλθει η ώρα να περάσει πλέον το Γένος μας από τον Γολγοθά του στην ανάσταση!
Η γενια των Ελλήνων του 1821 ευτύχησε να έχει ανάμεσα της γενναία παληκάρια που ρίχτηκαν ατρόμητοι στον υπέρ πάντων αγώνα Πόθος τους να αναστήσουν το Γένος, να γραφεί και πάλι το όνομά «Ελλάς» ανάμεσα στα κράτη του κόσμου. Και με τη γενναία ορμή τους παρακινούσαν όλους να συμβάλουν στην πραγματοποίηση του μεγάλου αυτού οράματος, χωρίς να υπολογίζουν κανένα κίνδυνο, κανένα κόστος, ούτε την ίδια τους τη ζωή.
Επτά χρόνια πάλευαν γι΄αυτόν τον άγιο σκοπό. Επτά χρόνια μέρα – νύχτα χτυπούσαν σαν άλλα μανιασμένα κύματα τον τεράστιο βράχο της σκλαβιάς, που αντιστεκόταν με την σκληρότητά του. Και τελικά με τις συγκλονιστικές νίκες τους, τη μία μετά την άλλη, στη στεριά και στη θάλασσα, «μέριασε ο βράχος και διάβηκε το κύμα», για να θυμηθούμε τον μεγάλο ποιητή μας τον Βαλαωρίτη. Το «θεριό» που λυσσομανούσε αναγκάσθηκε να παραδεχθεί τη νίκη των ραγιάδων και με το Πρωτόκολλο του Λονδίνου του 1830 να αναγνωρίσει και την υπόσταση του ελεύθερου μικρού κράτους της Ελλάδος.
Αιώνια δοξαστικά πρέπει να αναπέμπονται στον Κύριο και Θεό μας, ο Οποίος ανέδειξε την αντρειωμένη εκείνη γενιά του 1821, που με τις θυσίες της ύψωσε και πάλι τη σημαία του Σταυρού στο γαλανό ουρανό της πατρίδας μας. Η γενιά του 1821 ήταν γενιά πιστών ανθρώπων. Οι καρδιές τους σκιρτούσαν για την αγάπη και λατρεία του Χριστού και νιώθοντας πίκρα και χύνοντας μαύρο δάκρυ για την ατίμωσή τους από τους οπαδούς του Μωάμεθ, άρπαξαν τα άρματα για να πάψει η καταφρόνια του Σταυρού.
Το διεκήρυξε τούτο ο πολέμαρχος βασικός συντελεστής της μεγάλης νίκης Γέρος του Μωριά μιλώντας λίγα χρόνια αργότερα στα νιάτα των Αθηνών στην Ακρόπολη: «Παιδιά μου! Πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να τη στερεώσετε, διότι όταν επιάσαμε τα άρματα, είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος. Να έχετε ομόνοια… Σε σας μένει να ίσασετε και να στολίσευε τον τόπο όπου εμείς ελευθερώσαμε…»
Τα λόγια του θρυλικού Κολοκοτρώνη προβάλλουν ενώπιόν μας, ενώπιον των ηγετών μας αλλά και όλων μας, όλων όσοι αποτελούμε τη σύγχρονη ελληνική γενιά, το μεγάλο και ιερό χρέος μας… Φλογερή αγάπη προς την Πίστη των πατέρων μας και προς την Πατρίδα μας. Χωρίς αυτή την αγάπη θα καταντήσουμε και πάλι θλιβεροί ραγιάδες. Κι αν ζούμε στις μέρες μας πολλά δείγματα ατιμώσεως της χώρας μας διεθνώς, είναι γιατί ορισμένοι ηγέτες μας και αρκετοί Νεοέλληνες ζουν και ενεργούν σαν να μην τους συγκινούν οι έννοιες της Πίστεως και της Πατρίδος και θέλουν να αλλάξουν και την Ιστορία μας.
Αν θέλουμε να ατενίζουμε χωρίς να ντρεπόμαστε, τις ηρωικές μεγάλες μορφές του 1821, πρέπει να ακολουθήσουμε τα ίχνη τους και να μιμούμαστε τις αρετές τους. Είναι ο μόνος δρόμος που οδηγεί στην αληθινή δόξα και στο ανυπέρβλητο και αιώνιο μεγαλείο την Ελλάδα μας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου