Το
θέμα της Τουρκίας και της διεθνούς συμπεριφοράς της απέναντι στις
αραβικές χώρες, ανέπτυξε σε δηλώσεις του ο γενικός γραμματέας του
Αραβικού Συνδέσμου (Arab League) Άχμεντ Άμπουλ Γκέιτ, κάνοντας λόγο για
“επεκτατική πολιτική”, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο διάλογος με τη
χώρα του Ερντογάν είναι μάταιος, ένα συμπέρασμα το οποίο δεν
συμμερίζεται προφανώς η Αθήνα…
Το
σχετικό ρεπορτάζ φιλοξενεί στις σελίδες της η αραβική εφημερίδα Asharq
Al-Awsat με έδρα το Λονδίνο. Μιλώντας σε εναρκτήρια τελετή για το
σεμινάριο του Αραβικού Κοινοβουλίου για το πως να συναλλάσσονται με τις
γειτονικές χώρες, ξεχώρισε την Τουρκία και το Ιράν, λέγοντας ότι η
πολιτική τους “εκτελεί σχέδια” που αφορούν το εσωτερικό των αραβικών
κρατών.
Οι
προσπάθειες να ρυθμιστεί η κατάσταση μέσω διπλωματικού διαλόγου έχουν
πέσει στο κενό, με αποτέλεσμα η κρίση να έχει εμβαθυνθεί σε τέτοιο
σημείο που να έχει καταστήσει τον διάλογο αναποτελεσματικό μέσο, παρότι
παραμένει η βέλτιστη μέθοδος χειρισμού όλων των καταστάσεων, στην
περίπτωση της Τουρκίας είναι μάταια.
Σύμφωνα
με τον γενικό γραμματέα, στόχος της Άγκυρας είναι να προωθήσει τη δική
της ιδεολογία και την εκδοχή του πολιτικού Ισλάμ, επιφυλάσσοντας για τον
εαυτό της το δικαίωμα της εισβολής σε γειτονικά κράτη με το πρόσχημα
της εθνικής ασφάλειας, αδιαφορώντας για την κυριαρχία τους.
Η
Τουρκία και το Ιράν, συνέχισε, βλέπουν τις περιφερειακές κρίσεις ως
ευκαιρίες επέκτασης! Τον περασμένο Απρίλιο, στη Σύνοδο του Αραβικού
Συνδέσμου στην Τυνησία, είχε καταγγείλει την Τουρκία ότι εισέβαλλε δύο
φορές στη Συρία, αναλαμβάνοντας τον έλεγχο περιοχών στο βόρειο τμήμα της
χώρας.
Είχε
προσθέσει, ότι τους τελευταίους μήνες απειλεί με τρίτη στρατιωτική
εισβολή. Η συμπεριφορά αυτή έχει περιπλέξει την κατάσταση οδηγώντας σε
χρονική καθυστέρηση της επίλυσης…
Τα
λόγια του κορυφαίου Άραβα αξιωματούχου θα πρέπει να προσεχθούν όλων
ιδιαιτέρως από την Αθήνα, κυρίως όμως τα συμπεράσματα που αφορούν τόσο
στη χρησιμότητα του διαλόγου όταν η άλλη πλευρά δεν επιδεικνύει τη
διάθεση εξεύρεσης λύσεων μέσω τέτοιων διαδικασιών, επιμένοντας στον
καταναγκασμό, φυσικά και με την απειλή χρήση στρατιωτικής βίας.
Επιπρόσθετη
έκπληξη προκαλεί η αδυναμία της ελληνικής πλευράς να προσεταιριστεί
αποφασιστικά τις χώρες που είναι φορείς πεποιθήσεων για την Τουρκία που
επιβεβαιώνουν την ελληνική εμπειρία. Μπορεί οι αναφορές να επικεντρώνουν
στη Συρία, ποια είναι όμως η διαφορά της τουρκικής συμπεριφοράς
απέναντι στην Κύπρο και την Ελλάδα, στην Ανατολική Μεσόγειο και το
Αιγαίο;
Ακόμα
πιο εκπληκτικό είναι, πως η Ελλάδα δεν σκέφτηκε ποτέ, ότι οι χώρες
αυτές έχουν χρηματοδοτήσει πολλές φορές χώρες της περιοχής για
εξοπλιστικά προγράμματα με στόχο την ισχυροποίηση των ενόπλων τους
δυνάμεων για να μπορούν να αντισταθούν σε πιέσεις χωρών όπως η Τουρκία
και το Ιράν.
Όταν
η Ελλάδα είναι χώρα πρώτης γραμμής γι’ αυτές τις χώρες που θεωρούν ως
κορυφαίο κίνδυνο εθνικής ασφαλείας την Τουρκία, πόσο πιο προφανές θα
έπρεπε να είναι ότι η ελληνική διπλωματία – και η στρατιωτική – θα
έπρεπε να επικεντρώσει την προσπάθειά της σε αυτό τον στόχο;
Αντί
αυτού, ομφαλοσκοπώντας, ασχολούμαστε με την πώληση πυρομαχικών που δεν
χρειαζόμαστε ή αεροπορικών βλημάτων π.χ. στη Σαουδική Αραβία, αντί να
χρησιμοποιήσουμε τέτοιες συναλλαγές ως “γέφυρα” για να περάσει η Ελλάδα
στο επόμενο στάδιο, αυτό της συντονισμένης αντιμετώπισης μια κοινής
απειλής…
Προς
γνώση και συμμόρφωση για το ελληνικό πολιτικό σύστημα και την επόμενη
ελληνική κυβέρνηση; Πώς μπορεί να γίνει αυτό, όταν υπάρχει οργανωμένη
διείσδυση προσώπων που συνδέονται με χώρες “σπόνσορες” της Τουρκίας;
Άρα
και της χρήσης της περίφημης Μουσουλμανικής Αδελφότητας ως εργαλείου
μελλοντικής μετατροπής μουσουλμανικών περιοχών στην περιοχή της
Νοτιοανατολικής Ευρώπης σε κορυφαίους κινδύνους εθνικής ασφαλείας για
ολόκληρες περιφέρειες;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου