Στο μέσο της περιόδου της Μ.
Τεσσαρακοστής έχουμε την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως. Το Συναξάρι της
ημέρας αυτής αρχίζει ως εξής: «Επειδή διά της τεσσαρακονθημέρου
Νηστείας τρόπον τινά και ημείς σταυρούμεθα, νεκρούμενοι από των παθών…
προτίθεται ο τίμιος και ζωοποιός Σταυρός, ωσανεί αναψύχων και
υποστηρίζων ημάς».
Ο Σταυρός του Χριστού, που προσκυνούμε
την Κυριακή αυτή, δεν βρίσκεται μόνο στο μέσο της Μ. Τεσσαροκοστής, αλλά
διατρέχει και ολόκληρη την περίοδό της· διατρέχει και ολόκληρη την
περίοδο της ιστορίας της οικονομίας του Θεού για την σωτηρία των
ανθρώπων. Ο σταυρός του Χριστού, λέει ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς που
γιορτάσαμε την προηγούμενη Κυριακή, «προαναγγέλλονταν και προτυπώνονταν
εκ γενεών αρχαίων, και κανείς ποτέ δεν συμφιλιώθηκε με τον Θεό χωρίς την
δύναμη του σταυρού» [1] .
Ο σταυρός του Χριστού, η ακριβέστερα το
μυστήριο του σταυρού, αποτελεί μονόδρομο για την σωτηρία και την
ανακαίνιση του ανθρώπου. Το μυστήριο αυτό, που κορυφώθηκε με την
σταύρωση του Χριστού, προδηλώθηκε και προτυπώθηκε ήδη στην Παλαιά
Διαθήκη. Ακολούθως αναφερόμενος ο άγιος Γρηγόριος στον Άβελ, τον Σηθ,
τον Ενώχ και σε όλους ως τον Νώε, που ευαρέστησαν τον Θεό, παρουσιάζει
αναλυτικότερα τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ, τον Ιωσήφ και τον Μωυσή,
που δοκιμάστηκαν σκληρά στην ζωή τους η και προτύπωσαν τον σταυρικό
θάνατο του Χριστού.
Η κατάλυση της αμαρτίας δεν
πραγματοποιήθηκε μόνο με τον σταυρό του Χριστού αλλά πρωτίστως στον
σταυρό του Χριστού. Η «διά του σταυρού» κατάλυση της αμαρτίας
πραγματοποιήθηκε «εν τω σταυρώ» του Χριστού. Ο «τόπος» του σταυρού, η το
«σημείο» του σταυρού, συνάπτει τον χρόνο με την αιωνιότητα· την
ανθρώπινη αθλιότητα με την θεία μεγαλειότητα. Αυτό δημιουργεί και τον
σταυρικό χαρακτήρα του μυστηρίου της χριστιανικής ζωής.
Η κατεξοχήν «ώρα» του Χριστού, η «ώρα»
της φανερώσεως του ως Λυτρωτού και Σωτήρος του κόσμου, είναι η ώρα του
σταυρικού του θανάτου [2] . Ο Χριστός εισήλθε στην όντως ζωή με τον ίδιο
τον θάνατό του, οπότε φανερώθηκε και η δόξα του. Η αποκορύφωση της
κενώσεως του Χριστού («Θεέ μου Θεέ μου, ινατί με εγκατέλιπες;») [3] ήταν
και η είσοδός του στην δόξα του Πατρός («Πάτερ, εις χείρας σου
παρατίθεμαι το πνεύμά μου») [4].
Η δωρεά της Αναστάσεως και της
ακατάλυτης ζωής δόθηκε στον άνθρωπο με τον θάνατο και την κάθοδο του
Χριστού στον άδη. Έτσι ανέστησε «παγγενή τον Αδάμ». Γι̉ αυτό στην εικόνα
της καθόδου του Χριστού στον άδη, που είναι για την Ορθόδοξη Εκκλησία η
εικόνα της Αναστάσεως, δεν αναγράφεται «Η Ανάστασις του Χριστού», αλλά
απλώς «Η Ανάστασις». Αυτό που πραγματοποιήθηκε στο πρόσωπο του Χριστού
πιστώνεται σε όλον τον κόσμο. Γι̉ αυτό όμως και πρέπει να
επαναλαμβάνεται, ως ένα τουλάχιστον βαθμό, σε κάθε Χριστιανό που ζει
μέσα στον κόσμο ως μέλος του σώματός του.
Σε τελική ανάλυση ο Χριστιανός καλείται,
αλλά και ταυτόχρονα αξιώνεται όχι μόνο να περάσει από τον σταυρό για να
ζήσει την ανάσταση, αλλά και να ζήσει στον σταυρό την ανάσταση. Η δόξα
του βρίσκεται στην πλήρη κένωσή του, που κάνει δυνατή και την φανέρωση
της δόξας του Θεού. Ο Χριστός δοξάστηκε στον σταυρό, όπου και τελείωσε
το έργο του [5]. Με τον σταυρό ανέστησε τον άνθρωπο· εκεί τον ελευθέρωσε
κατακρίνοντας «την αμαρτίαν εν τη σαρκί» [6].
Ο διάβολος δεν καταργήθηκε μετά τον
θάνατο του Χριστού, αλλά με τον θάνατό του. Ο Χριστός δεν νίκησε τον
θάνατο μετά τον θάνατό του, αλλά με τον ίδιο τον θανατό του· «θανάτω
θάνατον πατήσας». Και δικαίωσε τον άνθρωπο ενώπιον του Θεού, όταν
εγκαταλείφθηκε από τον Θεό και πέθανε ως άνθρωπος, ως αδικοθανατωμένος
άνθρωπος. Έτσι ο τάφος του Χριστού έγινε πηγή της αναστάσεώς μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου