Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
Πλησιάζει η εθνική επέτειος, το αθάνατο Εικοσιένα. Οι απόγονοι των γενοκτόνων μας Τούρκων, ονειροφαντάζονται μεγαλεία.
Καλό είναι να θυμόμαστε τα πάθη των προγόνων μας, για να ξέρουμε με
ποιους γειτονεύουμε και γιατί οι ηρωικοί ραγιάδες τραγουδούσαν το
εξής...ρατσιστικό όπως θα έλεγε ένας υμνητής του πολύχρωμου-παρδαλού
σχολείου:" Τούρκος μη μείνει στο Μοριά, μηδέ στον κόσμο όλο".
Έχω στην βιβλιοθήκη μου ένα πολύ παλιό περιοδικό με τίτλο «ΓΝΩΣΕΙΣ». Το τρίτο τεύχος του είναι αφιερωμένο στην Επανάσταση του ’21. Γράφουν σ’ αυτό πνευματικά αναστήματα όπως οι: Κόντογλου, Καραντώνης, Περάνθης, Χάρης, Λάπας, Αγγελομάτης, Μυριβήλης και άλλοι σημαντικοί. Ξεσηκώνω από το αφιέρωμα ένα κείμενο του Σταύρου Μάνεση, συντάκτη, τότε, του «Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών». (Του οποίου, η συγγραφή, δεν έχει ακόμη επιτευχθεί. Στην Ελλάδα τα πράγματα πηγαίνουν «σπρωχνόμενα», έλεγε χαρακτηριστικά ο υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, Φωτάκος). Ο τίτλος του άρθρου είναι «Μακεδονικές Ημέρες». Ο συγγραφέας γύριζε τότε την Μακεδονία με σκοπό να διασώσει λέξεις, τοπικά ιδιώματα, ώστε να πλουτίσει μ’ αυτές το Λεξικό.
Όπως γράφει: «Τα καλοκαίρια του 1952, ’52, ’53 και ’55 είχα την εξαιρετική τύχη και τιμή να μου ανατεθεί από ένα σωματείο με λαμπρή επιστημονική δράση, την εν Αθήναις Γλωσσικήν Εταιρείαν, η μελέτη του γλωσσικού ιδιώματος της περιοχής Γράμμου, με επιτόπιο μετάβασή μου. Με βασικό μεταφορικό μέσο το μουλάρι, γύρισα πενήντα χωριά, κωμοπόλεις και πόλεις του δυτικού μέρους των νομών Καστοριάς και Κοζάνης σκαρφαλωμένα πάνω στις κορφές και τις πλαγιές του Γράμμου και της Πίνδου. Έτσι, είχα την ευκαιρία και την άνεση να γνωρίσω τους ανθρώπους και τη ζωή τους με τις χαρές και τις λύπες, τις αγωνίες και τις ελπίδες τους».
Σεργιανάει τα χωριά ο γλωσσολόγος και συζητά κυρίως με υπερήλικους ανθρώπους που είχαν ζήσει την Τουρκοκρατία στα μέρη εκείνα. (Μόλις 40 χρόνια είχαν περάσει από το 1912-13, που ο στρατός μας απελευθέρωσε την Μακεδονία). Οι μαρτυρίες (και τα μαρτύρια) των γερόντων Μακεδόνων είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικές.
Διαβάζω: «Ο σεβασμός στην εκκλησία έχει παλαιά παράδοση σ’ αυτούς τους τόπους κι είναι σαν μια πράξη ευγνωμοσύνης για την συμπαράσταση τους στον αγώνα. “Εδώ διάβασα”, μου δήλωσε με περηφάνια ο ογδοντάρης πρόεδρος του χωριού Αγιά – Σωτήρα, Δημήτρης Ζηκόπουλος, δείχνοντάς μου τον νάρθηκα της Αγιά – Παρασκευής, μιας εκκλησιάς διακοσίων χρόνων, θέλοντας να μου πει ότι εκεί έμαθε τα γράμματα που ξέρει. Και συνέχισε: “Οι Τούρκοι δεν μας άφηναν να μαθαίνωμε γράμματα κι ερχόμασταν σε τούτο το κρυφό σχολειό. Το μόνο που δεν τους πολυένοιαζε ήταν να διαβάζωμε το χτωήχι και το ψαλτήρι, για να μην παίρνουν τα μυαλά μας αέρα με τ’ άλλα διαβάσματα. Θυμάμαι με τι χαρά και με τι τρομάρα οικονόμησε τω καιρώ εκείνω ο παππούλης που μας διάβαζε – άγιο το χώμα που τον σκεπάζει- μια Ιλιάδα του Ομήρου. Σαν τελειώναμε την ανάγνωση, την παράχωνε κάτω από την πλάκα που βλέπεις εδωγιά».
Νομίζω ότι το κείμενο, η διήγηση του ογδοντάρη γεροπροέδρου είναι από τις λίγες μαρτυρίες, που αποδεικνύουν την ύπαρξη αυτού που αρνείται η αφελληνισμένη διανόησις και τα απολειφάδια της ιστοριογραφικής τσαρλατανιάς που λυμαίνονται τα πανεπιστήμια: το Κρυφό Σχολειό.
Έτερη διήγηση, ηλικιωμένου αγροφύλακα από το χωριό Νόστιμο. Εξιστορεί επιγραμματικά τη ζωή της σκλαβιάς, την «θαυμαστή τάξη», όπως έλεγε η "συνωστισμένη", της Τουρκοκρατίας: «Τι τρόμους και τι καρδιοχτύπια περάσαμε με τους Τούρκους και τους Αρβανιτάδες, που διαφέντευαν τα μέρη ετούτα κάναν καιρό. Οι πρώτοι με το χαράτσι και το γιαταγάνι τους, οι δεύτεροι με τα κούρσα και το πλιάτσικο. Ανέβαινε ο Αγάς, κατέβαινε ο λιάπης απ’ τα βουνά του, έμπαιναν στα σπίτια μας:
– Βάλε μου να φάω, γκιαούρ!
Τι να κάνεις, τούψηνες ό,τι καλύτερο είχες, για να τον μαλακώσεις: καμμιά κότα, αυγά∙ έσφαζες κανένα αρνί, τούδινες παχύ τυρί, τούφτιανες και την καλύτερη πίτα στη γάστρα να περιδρομιάσει. Δώσε μου κι άσπρα (= χρήματα) για τον κόπο πούκαμα νάρθω στο ρημάδι σου και για τα δόντια μου που χάλασα με τα παλιόφαγά σου, μούγκριζε στο τέλος μουδιασμένος από το φαΐ ο ληστής. Μπορούσες να του πεις όχι; Τούδινες κι άσπρα… Τι να πρωτοθυμηθείς! Αν τον απαντούσες στο δρόμο, έπρεπε να του κάνεις μετάνοια του Τούρκου, να κατέβης απ’ το ζώο ν’ ανέβη αυτός. Τα ρούχα σου να μην είναι καινούργια και το φέσι σου νάναι τρύπιο και πλαγιαστό. Αν τόβλεπε ορθό, σήκωσες κεφάλι, Γιουνάν, σούλεγε, και στο έκοβε! Οι κοπέλες έβαζαν τα πιο παλιά τους φουστάνια και κουκουλώνονταν και καταχώνουνταν να μην τις δει το μάτι το πόρνο… πώς ζήσαμεν ένας Θεός το ξέρει, ώσπου νάρθει το ελληνικό».
(Αναφέρει η Πηνελόπη Δέλτα στα «Μυστικά του Βάλτου» πως όταν ο ήρωας καπετάν Άγρας πήγε σε τουρκοσκλαβωμένο χωριό της Μακεδονίας, οι κάτοικοι τον εκλιπαρούσαν να μην βαδίζει καμαρωτός, γιατί θα προδοθεί από την περπατησιά του. Έπρεπε να βαδίζει σκυφτός).
Παρενθέτω στο σημείο αυτό και μια άλλη μαρτυρία, που περιγράφει τα ανήκουστα δεινά που βίωσε ο λαός μας κατά την περίοδο της αιχμαλωσίας στους Αγαρηνούς. Περιέχεται στο βιβλίο «το Εικοσιένα», έκδοση της Ακαδημίας Αθηνών. Στο βιβλίο καταγράφονται οι πανηγυρικοί λόγοι των Ακαδημαϊκών. Τον Μάρτιο του 1967, ομιλητής είναι ο Σπ. Μαρινάτος. Παραθέτει άδεια ταφής χριστιανού, την οποία έδιναν οι Τούρκοι:
«Συ ο παπάς, του οποίου το μεν ένδυμα είναι μαύρον ως πίσσα, το δε πρόσωπον ως του σατανά, συ ο ιερεύς των μιαρών, συ ο έλκων την καταγωγήν από τον άπιστον Ιησούν, διατάσσεσαι: Τον εις το έθνος σου ανήκοντα άπιστον Γρηγόριον, ο οποίος εψόφησε σήμερον αν και την μεν ψυχήν του παρέδωκεν εις τον σατανάν, το δε βρωμερόν πτώμα του δεν το δέχεται το χώμα, έξω και μακράν της πόλεως ανοίξατε λάκκον και διά λακτισμάτων ρίψατε αυτόν εντός τούτου». (σελ. 774).
Το κείμενο αποτελεί μνημείο και αδιαφιλονίκητη απόδειξη της αρμονικής, έως έρωτος, συνοίκησης σκλάβων και δυναστών. Ακόμη και οι νεκροί διαπομπεύονταν. Επανέρχομαι στα ιερά χώματα της Μακεδονίας, στην οποία, πριν αυτοεφευρηθούν οι Σκοπιανοί, δοκίμασαν οι Έλληνες τα πάθη του Χριστού. Γράφει ο Φιλήμων στο «Δοκίμιον της Ελληνικής Επαναστάσεως».
«Όπου η βαρβαρότης των Τούρκων ήτο παχυτέρα, εκεί η κατά των χριστιανών τυραννία ήτο τραχυτέρα. Τοιούτοι ήσαν οι χονδροί και ημιάγριοι Τούρκοι της Μακεδονίας. Ενώπιον δε αυτών και αυτοί έτι οι Τούρκοι της Κρήτης, οι τόσον διαβόητοι επί φυσική κακουργία και κακεντρεχεία, εθεωρούντο εξηυγενισμένοι…Ούτω τα παθήματα των Ελλήνων της Μακεδονίας καταντώσιν απερίγραπτα και δύσληπτα, ως υπερβαίνοντα πάσαν ανθρωπίνην κακίαν και πάσαν υπομονήν ανθρώπου. Εν τω τόπω αυτώ αι πολυειδείς καταδυναστεύσεις και αι ατελεύτητοι απαιτήσεις, αι αυθαίρετοι ιδιοποιήσεις των κτημάτων, οι φόνοι και επί πάσιν αι αρπαγαί και αι βίαι απαγωγαί νεανίδων και νέων, υπερείχον απολύτως». (τομ. 3, σελ. 144).
Και κλείνω με τον επίλογο του κειμένου του Στ. Μάνεση, που ίσως, συνεχίζει το κείμενο του Φιλήμονα: «Πόσο ακλόνητη ήταν η πεποίθηση των Μακεδόνων πως κάποια μέρα θάρθει το ελληνικό, φαίνεται κι από την αφελή διαβεβαίωση ενός γέρου εκατοχρονίτη, του Δημήτρη Σιμόπουλου, από το Τσοτύλι: Δεν μπορούσαμεν, μου είπε, να ζήσωμε σκλάβοι σε ξένα χέρια απ’ άπειρον∙ το γραφτό έλεγε πως θα ενωθούμε με την Ελλάδα, γιατί Ελλάς θα πει…έλα».
Δεν βρήκα ωραιότερη ετυμολογική ερμηνεία του εθνικού μας ονόματος…
Έχω στην βιβλιοθήκη μου ένα πολύ παλιό περιοδικό με τίτλο «ΓΝΩΣΕΙΣ». Το τρίτο τεύχος του είναι αφιερωμένο στην Επανάσταση του ’21. Γράφουν σ’ αυτό πνευματικά αναστήματα όπως οι: Κόντογλου, Καραντώνης, Περάνθης, Χάρης, Λάπας, Αγγελομάτης, Μυριβήλης και άλλοι σημαντικοί. Ξεσηκώνω από το αφιέρωμα ένα κείμενο του Σταύρου Μάνεση, συντάκτη, τότε, του «Ιστορικού Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών». (Του οποίου, η συγγραφή, δεν έχει ακόμη επιτευχθεί. Στην Ελλάδα τα πράγματα πηγαίνουν «σπρωχνόμενα», έλεγε χαρακτηριστικά ο υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, Φωτάκος). Ο τίτλος του άρθρου είναι «Μακεδονικές Ημέρες». Ο συγγραφέας γύριζε τότε την Μακεδονία με σκοπό να διασώσει λέξεις, τοπικά ιδιώματα, ώστε να πλουτίσει μ’ αυτές το Λεξικό.
Όπως γράφει: «Τα καλοκαίρια του 1952, ’52, ’53 και ’55 είχα την εξαιρετική τύχη και τιμή να μου ανατεθεί από ένα σωματείο με λαμπρή επιστημονική δράση, την εν Αθήναις Γλωσσικήν Εταιρείαν, η μελέτη του γλωσσικού ιδιώματος της περιοχής Γράμμου, με επιτόπιο μετάβασή μου. Με βασικό μεταφορικό μέσο το μουλάρι, γύρισα πενήντα χωριά, κωμοπόλεις και πόλεις του δυτικού μέρους των νομών Καστοριάς και Κοζάνης σκαρφαλωμένα πάνω στις κορφές και τις πλαγιές του Γράμμου και της Πίνδου. Έτσι, είχα την ευκαιρία και την άνεση να γνωρίσω τους ανθρώπους και τη ζωή τους με τις χαρές και τις λύπες, τις αγωνίες και τις ελπίδες τους».
Σεργιανάει τα χωριά ο γλωσσολόγος και συζητά κυρίως με υπερήλικους ανθρώπους που είχαν ζήσει την Τουρκοκρατία στα μέρη εκείνα. (Μόλις 40 χρόνια είχαν περάσει από το 1912-13, που ο στρατός μας απελευθέρωσε την Μακεδονία). Οι μαρτυρίες (και τα μαρτύρια) των γερόντων Μακεδόνων είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικές.
Διαβάζω: «Ο σεβασμός στην εκκλησία έχει παλαιά παράδοση σ’ αυτούς τους τόπους κι είναι σαν μια πράξη ευγνωμοσύνης για την συμπαράσταση τους στον αγώνα. “Εδώ διάβασα”, μου δήλωσε με περηφάνια ο ογδοντάρης πρόεδρος του χωριού Αγιά – Σωτήρα, Δημήτρης Ζηκόπουλος, δείχνοντάς μου τον νάρθηκα της Αγιά – Παρασκευής, μιας εκκλησιάς διακοσίων χρόνων, θέλοντας να μου πει ότι εκεί έμαθε τα γράμματα που ξέρει. Και συνέχισε: “Οι Τούρκοι δεν μας άφηναν να μαθαίνωμε γράμματα κι ερχόμασταν σε τούτο το κρυφό σχολειό. Το μόνο που δεν τους πολυένοιαζε ήταν να διαβάζωμε το χτωήχι και το ψαλτήρι, για να μην παίρνουν τα μυαλά μας αέρα με τ’ άλλα διαβάσματα. Θυμάμαι με τι χαρά και με τι τρομάρα οικονόμησε τω καιρώ εκείνω ο παππούλης που μας διάβαζε – άγιο το χώμα που τον σκεπάζει- μια Ιλιάδα του Ομήρου. Σαν τελειώναμε την ανάγνωση, την παράχωνε κάτω από την πλάκα που βλέπεις εδωγιά».
Νομίζω ότι το κείμενο, η διήγηση του ογδοντάρη γεροπροέδρου είναι από τις λίγες μαρτυρίες, που αποδεικνύουν την ύπαρξη αυτού που αρνείται η αφελληνισμένη διανόησις και τα απολειφάδια της ιστοριογραφικής τσαρλατανιάς που λυμαίνονται τα πανεπιστήμια: το Κρυφό Σχολειό.
Έτερη διήγηση, ηλικιωμένου αγροφύλακα από το χωριό Νόστιμο. Εξιστορεί επιγραμματικά τη ζωή της σκλαβιάς, την «θαυμαστή τάξη», όπως έλεγε η "συνωστισμένη", της Τουρκοκρατίας: «Τι τρόμους και τι καρδιοχτύπια περάσαμε με τους Τούρκους και τους Αρβανιτάδες, που διαφέντευαν τα μέρη ετούτα κάναν καιρό. Οι πρώτοι με το χαράτσι και το γιαταγάνι τους, οι δεύτεροι με τα κούρσα και το πλιάτσικο. Ανέβαινε ο Αγάς, κατέβαινε ο λιάπης απ’ τα βουνά του, έμπαιναν στα σπίτια μας:
– Βάλε μου να φάω, γκιαούρ!
Τι να κάνεις, τούψηνες ό,τι καλύτερο είχες, για να τον μαλακώσεις: καμμιά κότα, αυγά∙ έσφαζες κανένα αρνί, τούδινες παχύ τυρί, τούφτιανες και την καλύτερη πίτα στη γάστρα να περιδρομιάσει. Δώσε μου κι άσπρα (= χρήματα) για τον κόπο πούκαμα νάρθω στο ρημάδι σου και για τα δόντια μου που χάλασα με τα παλιόφαγά σου, μούγκριζε στο τέλος μουδιασμένος από το φαΐ ο ληστής. Μπορούσες να του πεις όχι; Τούδινες κι άσπρα… Τι να πρωτοθυμηθείς! Αν τον απαντούσες στο δρόμο, έπρεπε να του κάνεις μετάνοια του Τούρκου, να κατέβης απ’ το ζώο ν’ ανέβη αυτός. Τα ρούχα σου να μην είναι καινούργια και το φέσι σου νάναι τρύπιο και πλαγιαστό. Αν τόβλεπε ορθό, σήκωσες κεφάλι, Γιουνάν, σούλεγε, και στο έκοβε! Οι κοπέλες έβαζαν τα πιο παλιά τους φουστάνια και κουκουλώνονταν και καταχώνουνταν να μην τις δει το μάτι το πόρνο… πώς ζήσαμεν ένας Θεός το ξέρει, ώσπου νάρθει το ελληνικό».
(Αναφέρει η Πηνελόπη Δέλτα στα «Μυστικά του Βάλτου» πως όταν ο ήρωας καπετάν Άγρας πήγε σε τουρκοσκλαβωμένο χωριό της Μακεδονίας, οι κάτοικοι τον εκλιπαρούσαν να μην βαδίζει καμαρωτός, γιατί θα προδοθεί από την περπατησιά του. Έπρεπε να βαδίζει σκυφτός).
Παρενθέτω στο σημείο αυτό και μια άλλη μαρτυρία, που περιγράφει τα ανήκουστα δεινά που βίωσε ο λαός μας κατά την περίοδο της αιχμαλωσίας στους Αγαρηνούς. Περιέχεται στο βιβλίο «το Εικοσιένα», έκδοση της Ακαδημίας Αθηνών. Στο βιβλίο καταγράφονται οι πανηγυρικοί λόγοι των Ακαδημαϊκών. Τον Μάρτιο του 1967, ομιλητής είναι ο Σπ. Μαρινάτος. Παραθέτει άδεια ταφής χριστιανού, την οποία έδιναν οι Τούρκοι:
«Συ ο παπάς, του οποίου το μεν ένδυμα είναι μαύρον ως πίσσα, το δε πρόσωπον ως του σατανά, συ ο ιερεύς των μιαρών, συ ο έλκων την καταγωγήν από τον άπιστον Ιησούν, διατάσσεσαι: Τον εις το έθνος σου ανήκοντα άπιστον Γρηγόριον, ο οποίος εψόφησε σήμερον αν και την μεν ψυχήν του παρέδωκεν εις τον σατανάν, το δε βρωμερόν πτώμα του δεν το δέχεται το χώμα, έξω και μακράν της πόλεως ανοίξατε λάκκον και διά λακτισμάτων ρίψατε αυτόν εντός τούτου». (σελ. 774).
Το κείμενο αποτελεί μνημείο και αδιαφιλονίκητη απόδειξη της αρμονικής, έως έρωτος, συνοίκησης σκλάβων και δυναστών. Ακόμη και οι νεκροί διαπομπεύονταν. Επανέρχομαι στα ιερά χώματα της Μακεδονίας, στην οποία, πριν αυτοεφευρηθούν οι Σκοπιανοί, δοκίμασαν οι Έλληνες τα πάθη του Χριστού. Γράφει ο Φιλήμων στο «Δοκίμιον της Ελληνικής Επαναστάσεως».
«Όπου η βαρβαρότης των Τούρκων ήτο παχυτέρα, εκεί η κατά των χριστιανών τυραννία ήτο τραχυτέρα. Τοιούτοι ήσαν οι χονδροί και ημιάγριοι Τούρκοι της Μακεδονίας. Ενώπιον δε αυτών και αυτοί έτι οι Τούρκοι της Κρήτης, οι τόσον διαβόητοι επί φυσική κακουργία και κακεντρεχεία, εθεωρούντο εξηυγενισμένοι…Ούτω τα παθήματα των Ελλήνων της Μακεδονίας καταντώσιν απερίγραπτα και δύσληπτα, ως υπερβαίνοντα πάσαν ανθρωπίνην κακίαν και πάσαν υπομονήν ανθρώπου. Εν τω τόπω αυτώ αι πολυειδείς καταδυναστεύσεις και αι ατελεύτητοι απαιτήσεις, αι αυθαίρετοι ιδιοποιήσεις των κτημάτων, οι φόνοι και επί πάσιν αι αρπαγαί και αι βίαι απαγωγαί νεανίδων και νέων, υπερείχον απολύτως». (τομ. 3, σελ. 144).
Και κλείνω με τον επίλογο του κειμένου του Στ. Μάνεση, που ίσως, συνεχίζει το κείμενο του Φιλήμονα: «Πόσο ακλόνητη ήταν η πεποίθηση των Μακεδόνων πως κάποια μέρα θάρθει το ελληνικό, φαίνεται κι από την αφελή διαβεβαίωση ενός γέρου εκατοχρονίτη, του Δημήτρη Σιμόπουλου, από το Τσοτύλι: Δεν μπορούσαμεν, μου είπε, να ζήσωμε σκλάβοι σε ξένα χέρια απ’ άπειρον∙ το γραφτό έλεγε πως θα ενωθούμε με την Ελλάδα, γιατί Ελλάς θα πει…έλα».
Δεν βρήκα ωραιότερη ετυμολογική ερμηνεία του εθνικού μας ονόματος…
Είμαι Έλλην, ως εκ τούτου δεν δύναμαι να είμαι Χριστιανός! Απολλώνιος
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίμαι χριστιανός, ως εκ τούτου δεν δύναμαι να είμαι Έλλην!» Γεννάδιος Σχολάριος
Και θα κλείσουμε αυτή την αναφορά με ένα ρητό, ταυτόχρονα και ένα μήνυμα με παντοδαπούς αποδέκτες.
«Έχουσιν γνώσιν οι φύλακες».
Ας μην το λησμονούν κάποιοι. Διότι η λήθη παρέρχεται όταν λάμπει η α-λήθεια.
ΤΟΥ ΣΟΛΩΝΟΣ:
Διαγραφή«Μη ψεύδου αλλ' αλήθευε».
«Ου ψευδομαρτυρήσεις&». Αγ. Γραφή.
Το Μαντείο των Δελφών έγινε διάσημο σ' ολόκληρο το γνωστό τότε κόσμο, όχι μόνο για τους χρησμούς και τις πλείστες πληροφορίες που έδινε, αλλά και για το μεγάλο αριθμό παραγγελμάτων που είχαν χαρακτήρα συμβουλευτικό, κάτι σαν προτροπή προς τον ανθρώπινο νου, για να πορεύεται στο βίο του με σκοπό τη μελέτη των ηθικών προβλημάτων της καθημερινότητας.
ΔιαγραφήΤα παραγγέλματα αυτά ήταν λιτά αποφθέγματα 2 έως 5 λέξεων αλλά μεστά σοφίας, και τα περισσότερα ανήκαν στους 7 σοφούς της αρχαιότητας (Θαλής ο Μιλήσιος, Πιττακός ο Μυτιληναίος, Βίας ο Πρηνεύς, Σόλων ο Αθηναίος, Κλεόβουλος ο Ρόδιος, Περίανδρος ο Κορίνθιος, Χίλων ο Λακεδαιμόνιος) και ήσαν χαραγμένα στον πρόσθιο τοίχο του Πρόναου ή επί των παραστάδων της πύλης του μεγάλου ναού ή επί του υπέρθυρου ή επί των πολλών στηλών, που είχαν τοποθετηθεί στις πλευρές του ναού περιμετρικά.
Κατά τον Σωσιάδη (Των Επτά Σοφών Υποθήκαι), τα επιγράμματα περιλαμβάνουν 147 παραγγέλματα, αλλά υπήρχαν και πίνακες που περιείχαν χωριστά τα παραγγέλματα ενός εκάστου των Επτά.
Ο θαυμασμός των αρχαίων Ελλήνων, για τα ανηρτημένα αυτά αποφθέγματα στο Μαντείο των Δελφών, ήταν τόσο μεγάλος, ώστε ο λυρικός ποιητής Πίνδαρος (522 π.Χ.) να θεωρεί τους επτά σοφούς, γιους του Ήλιου, που με την ακτινοβολία τους φώτιζαν και καθοδηγούσαν τον άνθρωπο στην οδό της αρετής.
Η επίδραση των λιτών αυτών διδαγμάτων υπήρξε τόσο μεγάλη στους μεταγενέστερους, ώστε να αποτελέσει σταθμό για την πνευματική εξέλιξη του ανθρώπου και θα θεωρούνται και σήμερα η πρώτη πνευματική πηγή των εννοιών της ισότητας, της ηθικής και του δικαίου.
Στη σύντομη αυτή σκιαγραφία των γνωμικών του Μαντείου των Δελφών αναδεικνύεται η άποψη ότι τουλάχιστον έξι αιώνες πριν από τη γέννηση του Χριστού τα θέσφατα του Δελφικού Απόλλωνα, όχι μόνον παρείχαν συμβουλές και οδηγίες για τη θέωση του ανθρώπου και για την ηθική του διαπαιδαγώγηση, αλλά το σημαντικότερο, ως είθισται και με πολλά άλλα αρχαιολογικά ρητά, αυτά τα γνωμικά τέλεσαν προϊόν αντιγραφής για πλείστα καινοδιαθηκικά χωρία.
Και εδώ θα ήταν χρήσιμο και δείγμα χαρακτήρα να αναγνωρισθεί επιτέλους η αρχαιοελληνική ηθική προτεραιότητα έναντι του χριστιανισμού και να αναφερθούν επιτέλους οι πηγές εκείνων των χωρίων της Καινής Διαθήκης, που σαφώς αντέγραψαν τα αρχαία ελληνικά ηθικά παραγγέλματα, άλλως θα μιλάμε πλέον με στοιχεία για πρωτοφανή λογοκλοπή, αλλά και για διατρέβλωση νοημάτων αυτών των καταβολών της χριστιανικής θρησκείας, εφόσον δεν αναφέρονται οι πηγές. Δύσκολη βέβαια η αποδοχή του γεγονότος, αφού τότε η Παλαιά Διαθήκη με την πληθώρα των αιμομιξιών και των γενοκτονιών, με την ανάδειξη ενός φυλετικού θεού ως προστάτη μιας συγκεκριμένης εθνότητας, ενός θεού εκτός κόσμου, απόμακρου, σκοτεινού και εκδικητικού, θα τοποθετείτο εκ των πραγμάτων εκτός χριστιανικής διδασκαλίας και θα εθεωρείτο ανάξια να σχετίζεται με το χριστιανισμό, τουλάχιστον στο θέμα της ηθικής διδασκαλίας.
Να λοιπόν γιατί αποσιωπούνται οι πηγές, παραχαράσσοντας τα γεγονότα, οδηγώντας την ελληνική σκέψη στο πυρ το εξώτερο και τον ελληνικό λόγο στη χρησιμότητα μόνο του εργαλείου. Γιατί άλλως θα απεδεικνύετο ότι οι πρόγονοί μας, αιώνες πριν από την έλευση του Χριστού, όχι μόνο γνώριζαν την ηθική και την αγάπη, αλλά και τις εφήρμοζαν στον καθημερινό τους βίο και μάλιστα σε πλατιές πληθυσμιακές ομάδες, αφού το μαντείο ήταν προσπελάσιμο για όλους, άρα και τα αποφθέγματα.
Ας δούμε όμως αυτά τα επιγράμματα, που διαλύουν το πνευματικό σκότος και αναδεικνύουν τη σαφή αντιγραφή:
Νόμω πείθου. Να πειθαρχείς στο Νόμο.
ΔιαγραφήΘεούς σέβου. Να σέβεσαι τους θεούς.
Γονείς αίδου. Να σέβεσαι τους γονείς σου.
Ηττώ υπέρ δικαίου. Να καταβάλεσαι για το δίκαιο.
Γνώθι μαθών. Γνώρισε αφού μάθεις.
Ακούσας νόει. Κατανόησε αφού ακούσεις.
Σαυτόν ίσθι. Γνώρισε τον εαυτό σου.
Εστίαν τίμα. Να τιμάς την εστία σου.
Άρχε σεαυτού. Να κυριαρχείς τον εαυτό σου.
Φίλους βοήθει. Να βοηθάς τους φίλους.
Θυμού κράτε. Να συγκρατείς το θυμό σου.
Όρκω μη χρω. Να μην ορκίζεσαι.
Φιλίαν αγάπα. Να αγαπάς τη φιλία.
Παιδείας αντέχου. Να προσηλώνεσαι στην εκπαίδευσή σου.
Σοφίαν ζήτει. Να αναζητάς τη σοφία.
Ψέγε μηδένα. Να μην κατηγορείς κανένα.
Επαίνει αρετήν. Να επαινείς την αρετή.
Πράττε δίκαια. Να πράττεις δίκαια.
Φίλοις ευνόει. Να ευνοείς τους φίλους.
Εχθρούς αμύνου. Να προφυλάσσεσαι από τους εχθρούς.
Ευγένειαν άσκει. Να είσαι ευγενής.
Κακίας απέχου. Να απέχεις από την κακία.
Εύφημος ίσθι. Να έχεις καλή φήμη.
Άκουε πάντα. Να ακούς τα πάντα.
Μηδέν άγαν. Να μην υπερβάλλεις.
Χρόνου φείδου. Να μη σπαταλάς το χρόνο.
Ύβριν μίσει. Να μισείς την ύβρη.
Ικέτας αίδου. Να σέβεσαι τους ικέτες.
Υιούς παίδευε. Να εκπαιδεύεις τους γιους σου.
Έχων χαρίζου. Όταν έχεις, να χαρίζεις.
Δόλον φοβού. Να φοβάσαι το δόλο.
Ευλόγει πάντας. Να λες καλά λόγια για όλους.
Φιλόσοφος γίνου. Να γίνεις φιλόσοφος.
Όσια κρίνε. Να κρίνεις τα όσια.
Γνους πράττε. Να πράττεις με επίγνωση.
Φόνου απέχου. Να μη φονεύεις.
Σοφοίς χρω. Να συναναστρέφεσαι με σοφούς.
Ήθος δοκίμαζε. Να επιδοκιμάζεις το ήθος.
Υφορώ μηδένα. Να μην είσαι καχύποπτος.
Τέχνη χρω. Να ασκείς την Τέχνη.
Ευεργεσίας τίμα. Να τιμάς τις ευεργεσίες.
Φθόνει μηδενί. Να μη φθονείς κανένα.
Ελπίδα αίνει. Να δοξάζεις την ελπίδα.
Διαβολήν μίσει. Να μισείς τη διαβολή.
Δικαίως κτω. Να αποκτάς δίκαια.
Αγαθούς τίμα. Να τιμάς τους αγαθούς.
Αισχύνην σέβου. Να σέβεσαι την εντροπή.
Ευτυχίαν εύχου. Να εύχεσαι ευτυχία.
Εργάσου κτητά. Να κοπιάζεις για πράγματα άξια κτήσης.
Έριν μίσει. Να μισείς την έριδα.
Όνειδος έχθαιρε. Να εχθρεύεσαι τον χλευασμό.
Γλώσσαν ίσχε. Να συγκρατείς τη γλώσσα σου.
Ύβριν αμύνου. Να προφυλάσσεσαι από την ύβρη.
Κρίνε δίκαια. Να κρίνεις δίκαια.
Λέγε ειδώς. Να λες γνωρίζοντας.
Βίας μη έχου. Να μην έχεις βία.
Ομίλει πράως. Να ομιλείς με πραότητα.
Φιλοφρόνει πάσιν. Να είσαι φιλικός με όλους.
Γλώττης άρχε. Να κυριαρχείς τη γλώσσα σου.
Σεαυτόν ευ ποίει. Να ευεργετείς τον εαυτό σου.
Ευπροσήγορος γίνου. Να είσαι ευπροσήγορος.
Αποκρίνου εν καιρώ. Να αποκρίνεσαι στον κατάλληλο καιρό.
Πόνει μετά δικαίου. Να κοπιάζεις δίκαια.
Πράττε αμετανοήτως. Να πράττεις με σιγουριά.
Αμαρτάνων μετανόει. Όταν σφάλλεις, να μετανοείς.
Οφθαλμού κράτει. Να κυριαρχείς των οφθαλμών σου.
Βουλεύου χρήσιμα. Να σκέπτεσαι τα χρήσιμα.
Φιλίαν φύλασσε. Να φυλάττεις τη φιλία.
Ευγνώμων γίνου. Να είσαι ευγνώμων.
Ομόνοιαν δίωκε. Να επιδιώκεις την ομόνοια.
Άρρητα μη λέγε. Να μην λες τα άρρητα.
Έχθρας διάλυε. Να διαλύεις τις έχθρες.
Γήρας προσδέχου. Να αποδέχεσαι το γήρας.
Επί ρώμη μη καυχώ. Να μην καυχιέσαι για τη δύναμή σου.
Ευφημίαν άσκει. Να επιδιώκεις καλή φήμη.
Απέχθειαν φεύγε. Να αποφεύγεις την απέχθεια.
Πλούτει δικαίως. Να πλουτίζεις δίκαια.
Κακίαν μίσει. Να μισείς την κακία.
Μανθάνων μη κάμνε. Να μην κουράζεσαι να μαθαίνεις.
Ους τρέφεις αγάπα. Να αγαπάς αυτούς που τρέφεις.
Απόντι μη μάχου. Να μην μάχεσαι αυτόν που είναι απών.
Πρεσβύτερον αιδού. Να σέβεσαι τους μεγαλύτερους.
Νεώτερον δίδασκε. Να διδάσκεις τους νεότερους.
Πλούτω απόστει. Να αποστασιοποιείσαι από τον πλούτο.
Σεαυτόν αιδού. Να σέβεσαι τον εαυτό σου.
Μη άρχε υβρίζων. Να μην κυριαρχείς με αλαζονεία.
Προγόνους στεφάνου. Να στεφανώνεις τους προγόνους σου.
Θνήσκε υπέρ πατρίδος. Να πεθάνεις για την πατρίδα σου.
Επί νεκρώ μη γέλα. Να μην περιγελάς τους νεκρούς.
Ατυχούντι συνάχθου. Να συμπάσχεις με το δυστυχή.
Τύχη μη πίστευε. Να μην πιστεύεις την τύχη.
Τελεύτα άλυπος. Να πεθαίνεις χωρίς λύπη.