Ή
μεγάλη Πόλη, πού επί εννιακόσια χρόνια όταν παρθένος από κάθε άλωση, ή τού
Κωνσταντίνου Πόλη, πού είχε συγκεντρώσει τούς θησαυρούς ολοκλήρου τού κόσμου,
πού είχε διασώσει σαν κιβωτός τά «κάλλιστα» κειμήλια της αρχαίας τέχνης και της
αρχαίας διανοίας,
μέσα σε τέσσερεις ημέρες είχε ολοσχερώς απογυμνωθεί. Είχε υποστεί τη φοβερότερη βία και καταστροφή τέτοια, πού ουδεμία άλλη πόλη είχε δοκιμάσει στο διάβα των αιώνων.
μέσα σε τέσσερεις ημέρες είχε ολοσχερώς απογυμνωθεί. Είχε υποστεί τη φοβερότερη βία και καταστροφή τέτοια, πού ουδεμία άλλη πόλη είχε δοκιμάσει στο διάβα των αιώνων.
Επί
τέσσερεις ημέρες λοιπόν ή Κωνσταντινούπολη ληστευόταν, ακρωτηριαζόταν,
βιαζόταν, χλευαζόταν και μετατρεπόταν σε οικτρό ναυάγιο παρασύροντας στα έγκατα
του πελάγους τά προϊόντα τού αρχαίου διανοητικού βίου.
Οι
φλόγες των βέβηλων Ευρωπαίων σταυροφόρων τρέφονταν με τά χειρόγραφα της αρχαίας
ελληνικής φιλολογίας, πού είχαν αποταμιεύσει οι φιλόκαλοι πλούσιοι Έλληνες και
μεγιστάνες στις βιβλιοθήκες τους.
Και
οι δράστες του εγκλήματος, οι αιώνιοι υπόλογοι κατά της ανθρωπότητας και τού
πολιτισμού, οι φονιάδες του Ελληνισμού τότε και τώρα είναι οι «εσπέριοι»
στρατοί, οι Ευρωπαίοι σταυροφόροι, οι «Θήρες», πού περιγράφονται από τον αυτόπτη
μάρτυρα Νικήτα Χωνιάτη έτσι.
«Αυτά
έπραξαν εις την Πόλιν οι χαλκούχοι αυχένες, αι αλαζόνες φρένες, αι όρθαί
όφρύες, αι φιλαίματοι χείρες, αι άκρόχολαι ρίνες, οι μετέωροι οφθαλμοί, αι
άπληστοι γνάθοι, αι άστοργοι γνώμαι, ή τροχαλή (πέτρινη, σκληρή) λαλιά, οι
χριστομάχοι και άλλόπιστοι Λατίνοι».
Να
πώς περιγράφει ό μεγάλος μας ποιητής Κωστής Παλαμάς την άλωση της Πόλεως από
τούς Φράγκους.
«Να,
με τού Πάπα το σταυρό, με τ’ άστρο του σουλτάνου, ό ένας του άλλου πρόδρομος και
οδηγητής, αδέλφια. Και ή Πόλη και ή Κοσμόπολη, ζωστή, παρμένη πάει. Πάει του
Κυρίου ό ναός! Αχούρι κοπρισμένο άπ’ τ’ άλόγατα του όχτρού
Καπίστρια
τά φελόνια κι οι κολυμβήθρες γούρνες! Να! Διαγουμιστάδες (αρπαγές) των όλων
όλοι τίμιων, ιερών μαγαριστές και σφάχτες».
Χιλιάδες
Πολίτες κατακρεουργήθηκαν οι δυστυχείς. Δυστυχέστεροι όμως ήταν οι επιζώντες,
πού βασανίζονταν, υβρίζονταν και έβλεπαν με πόνο ψυχής τά ιερόσυλα χέρια να πετούν
τά ιερά λείψανα στη λάσπη, να ρίχνουν το θείο Σώμα και το άγιο Αίμα του Χριστού
στη γη, για να αρπάξουν τά τιμαλφή ιερά σκεύη, και να καίνε τά βιβλία και τά ιερά
άμφια στις μεγάλες φωτιές.
«Τότε έπεσε το πρώτο δάκρυ του Θεού».
Όλα
αυτά τά είχε ακούσει ό Ιωάννης. Λίγα χρόνια μετά ζούσε και ό ίδιος τόν όλεθρο.
Γιατί οι ιερόσυλοι και οι ολετήρες ήταν ακόμα εκεί και συνέχιζαν με αλαζονεία το
καταστροφικό τους έργο.
Μπήκε
στο ναό της του Θεού Σοφίας.
Ήταν
γυμνός.
Ή
κάλλιστη, ή εξαίσια και ή σύνθεση από τίμια ύλη 'Αγία Τράπεζα δεν ήταν εκεί.
Οι Ενετοί την ύπερθαύμαστη και έξάκουστη Αγία Τράπεζα της Αγίας Σοφίας, την πολύτιμη και ωραιότατη, την έβγαλαν από το ναό. Την έβαλαν στο καράβι και θα την πήγαιναν στη Βενετία.
Πλησίον
όμως του Μαρμαρά, ώ του θαύματος, άνοιξε το καράβι. Έπεσε στη θάλασσα ή 'Αγία
Τράπεζα και είναι εκεί. Αυτό μαρτυρούν όλοι, ότι το μέρος εκείνο, όταν κάνει
φουρτούνα και ή θάλασσα σηκώνει φοβερά κύματα, παραμένει γαλήνιο και ατάραχο.
Είναι
εκεί ή Αγία Τράπεζα, το θυσιαστήριο του Χριστού.
Το
ίδιο μαρτυρεί και ό Κωστής Παλαμάς.
«Και
της Σοφίας του Θεού πανάκριβη, πανώρια παρμένη ή Αγία Τράπεζα μες στο καράβι κούρσος
για τη Φραγκιά. Κυρίου οργή. Βουλιάζει το καράβι. Βουλιάζει και ή Αγία Τράπεζα.
Και ή θάλασσα τριγύρω λάμπει και είν ήλιος και ποτέ δεν τρικυμίζει και είναι
μυρόβολη και γαλανή και νάμα τά νερά της».
Πράγματι
πηγαίνουν εκεί οι πιστοί, παίρνουν νερό, πού ευωδιάζει από το άγιο μύρο της
Αγίας Τραπέζης.
Γνωρίζουν
όλοι το μέρος εκείνο, πού έπεσε ή Άγια Τράπεζα, γιατί έχει πάντα γαλήνη και
ευωδιάζει. Κάποιοι είδαν την 'Αγία
Τράπεζα στα Βάθη της θαλάσσης.
Όταν
θα πάρομε την Πόλη, θα Βρεθεί σίγουρα ή Αγία Τράπεζα και θα στηθεί στον Ιερό
Ναό της του Θεού Σοφίας, για να
λειτουργήσουν οι Έλληνες.
«
Τέρας ψάρεμα άξιων ψαράδων, θα
Βγει ή Αγία Τράπεζα απ’ του πελάγου τά Βάθη», γράφει ό Κ. Παλαμάς.
Κατακερματίστηκαν και διαμοιράστηκαν στους «σκυλευτές» όλα τά ωραία και πολύτιμα σκεύη του ναού, τά έπιπλα, ό άμβωνας, οι πύλες και όλα τά άξιάγαστα είχαν αφαιρεθεί και διαρπαγή.
Στολίζουν
μέχρι σήμερα τά μουσεία των σκυλευτών και ίεροσύλων Ευρωπαίων.
Και
πάνω στο θρόνο του ιερού Χρυσοστόμου «είδε» ό Βατάτζης και ανατρίχιασε. Ένα
γυναικάριο πορνικό τραγουδούσε άσεμνο γαλλικό τραγούδι και σειόταν προκλητικά.
«Μια
πόρνη καθισμένη στο θρόνο του Χρυσόστομου στριγγόφωνη κηρύχτρα του δαίμονος του
σαρκικού». Γράφει ό Κ. Παλαμάς.
Ό
Ιωάννης δάκρυσε.
Τά
ιερά σκεύη και τά ιερά λείψανα των άγίων, όσα δεν πετάχτηκαν στη γη,
περισυλλέχθηκαν από ιερείς Λατίνους και σκορπίστηκαν σε όλη την Ευρώπη. Στην εποχή
μας, πού οι άθεοι Ευρωπαίοι δεν τά χρειάζονται, μας τά επιστρέφουν ένα ένα.
Και
ή καταστροφή των έργων της τέχνης, της επιστήμης και της φιλοσοφίας ήταν ένα από
τά θλιβερότερα εγκλήματα των σταυροφόρων.
Πώς
να υπολογίσει κάποιος τη ζημία, πού υπέστη ό διανοητικός Βίος της ανθρωπότητας
με την εξαφάνιση πολλών συγγραφών της αρχαιότητος από την πυρκαγιά των
σταυροφόρων!
Πώς
να μετρήσει την ολέθρια συντριβή των έργων τέχνης, πού είχαν συγκεντρώσει στην
Πόλη από παντού οι αυτοκράτορες!
Κάτω
από τά βάρβαρα πόδια των απολίτιστων Ευρωπαίων κονιορτοποιήθηκαν όλα!
Τά
αθάνατα έργα τού Φειδία και τού Πραξιτέλη έγιναν σκόνη από τούς απειρόκαλους και
κτηνώδεις καταλήψιες.
Στην
αγορά της Κωνσταντινουπόλεως ή Ήρα και ό Πάρις, όπως και ή Αφροδίτη με το χρυσό
μήλο και το άγαλμα της Ήρας από τη Σάμο, όλα καταστράφηκαν.
Τά
πολύτιμα υλικά τους τά μοιράστηκαν. Το «ευτελές» της τέχνης πετάχτηκε στα
σκουπίδια ως άχρηστο.
Έφιπποι
ήρωες, ό Ηρακλής τού Λυσίππου, πού σεβάστηκαν οι αιώνες, ή Λύκαινα τού Ρώμου και
τού Ρωμύλου, ό νεαρός, πού πάλευε με το λιοντάρι, άλογο από το Νείλο, Σφίγγες,
ή Σκύλλα τού Οδυσσέα, χαριέστατα αγάλματα γυναικών και ανδρών, πού ήταν στημένα
στον ιππόδρομο, ή λευκώλενος και καλλίσφυρος Ελένη, όλα αφανίστηκαν μέσα σε
λίγες ημέρες.
Μόνο
τά τέσσερα κάλλιστα χάλκινα άλογα από τον ιππόδρομο της Κωνσταντινουπόλεως
κατάφερε να αποσπάσει από τά βέβηλα χέρια των συντρόφων ό Δάνδολος και να τά μεταφέρει στην Βενετία.
Μέχρι
σήμερα τά Ελληνικά άλογα κοσμούν την εκκλησία τού άγιου Μάρκου στη Βενετία.
Υπενθυμίζουν στους Ευρωπαίους και στους επισκέπτες συνεχώς, ότι είναι κλέφτες και
ιδιοποιήθηκαν τον ίδρωτα των Ελλήνων.
Τί
να θρηνήσει κανείς περισσότερο τις τερατώδης βιαιοπραγίες κατά των ανθρώπων ή την
καταστροφή των καλλιτεχνημάτων και των ιερών ναών και σκευών;
Και
οι δύο απώλειες είναι ατίμητες.
Όμως
ή καταστροφή ιών πνευματικών και καλλιτεχνικών δημιουργημάτων είναι απολύτως αδικαιολόγητη.
Είναι τά αθώα θύματα της βαρβαρότατος.
Αντίθετα
οι άνθρωποι κάποια φορά είναι άξιοι της τύχης τους. Στην προκειμένη περίπτωση, όσο
οι Ευρωπαίοι υπερέβαλαν στη βαρβαρότητα, άλλο τόσο ξεπερνούσαν κάθε μέτρο αφροσύνης
και ανοησίας οι κατακτημένοι.
Γιατί
αποδίδομαι αφροσύνη στο λαό της Πόλεως;
Διότι
θα παρακολουθήσομε στη συνέχεια ότι ό λαός δε βοήθησε πρόθυμα, όποια φιλότιμη
προσπάθεια έγινε, να σταματήσει ό όλεθρος.
Όσο
ό υπερήφανος ελληνικός λαός μεγαλουργεί υπό την καθοδήγηση σπουδαίων ηγετών,
άλλο τόσο σαστίζει, πανικοβάλλεται, ξεμωραίνεται, δεν ξέρει, τί κάνει στα χέρια
«μικρών» και αναξίων αρχόντων.
Έτσι
συνέβη και στην περίπτωση της αλώσεως της Πόλεως από τούς Φράγκους. Οι Πολίτες παρακολουθούσαν
το ανεβοκατέβασμα στο θρόνο των ανικάνων αυτοκρατόρων, άλλοτε χειροκροτώντας και
άλλοτε αναθεματίζοντας, χωρίς να έχουν συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της
καταστάσεως και να δραστηριοποιηθούν.
Και
όταν ό ικανότατος Θεόδωρος Λάσκαρης, πού οι ίδιοι εξέλεξαν, τούς κάλεσε στα
όπλα υπέρ βωμών και εστιών, επιδεικνύοντας απίστευτη αφροσύνη, δεν τον
άκολούθησαν.
Από το βιβλίο της ΟΛΥΜΠΙΑΔΟΣ ΝΤΙΤΟΡΑΣ μοναχής, «Πατέρα
Ελήνων»
Για παραγγελίες του βιβλίου καλέστε στο 23310-99231 Αγ.Αθανάσιος Αγκαθιά Βεροίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου