της Judy Dempsey
Οι κυβερνήσεις της Τσεχίας, της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας έχουν αντιταχθεί στα σχέδια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αναδιανέμουν τους πρόσφυγες σε όλη την ΕΕ, προκαλώντας μια μεγάλη ρήξη εντός της ένωσης. Η Πολωνίας, η οποία προηγουμένως ήταν εναντίον των προτάσεων, έχει απρόθυμα αλλάξει το μυαλό της και τώρα θα δεχθεί το μερίδίο της των προσφύγων.
Οι κυβερνήσεις της Τσεχίας, της Ουγγαρίας και της Σλοβακίας έχουν αντιταχθεί στα σχέδια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να αναδιανέμουν τους πρόσφυγες σε όλη την ΕΕ, προκαλώντας μια μεγάλη ρήξη εντός της ένωσης. Η Πολωνίας, η οποία προηγουμένως ήταν εναντίον των προτάσεων, έχει απρόθυμα αλλάξει το μυαλό της και τώρα θα δεχθεί το μερίδίο της των προσφύγων.
Το Carnegie Europe ζήτησε από εμπειρογνώμονες και από τις τέσσερις
αυτές Κεντροευρωπαϊκές χώρες, γνωστές ως ομάδα Visegrad, να εξηγήσουν
την στάση των κυβερνήσεών τους έναντι της προσφυγικής κρίσης.
Τσεχία
Η επίσημη θέση της τσεχικής κυβέρνησης είναι ότι ένα σύστημα ποσοστώσεων για την αναδιανομή των προσφύγων εντός της ΕΕ, δεν θα λειτουργήσει διότι η Τσεχία δεν είναι μία χώρα στην οποία οι πρόσφυγες θα ήθελαν να μείνουν, επομένως θα φύγουν για τη Γερμανία. Ως συνέπεια, η Γερμανία θα έκλεινε τα σύνορά της με την Τσεχία.
Υπάρχει επίσης ένα επιχείρημα ότι το σύστημα ποσοστώσεων ως ένας μόνιμος μηχανισμός που θα επέτρεπε την Κομισιόν να διανέμει τους πρόσφυγες σύμφωνα με συγκεκριμένους οικονομικούς δείκτες, θα συνιστούσε παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας.
Το πρόβλημα για τους Τσέχους πολιτικούς είναι η ανικανότητά τους να εξηγήσουν αυτά τα επιχειρήματα στους εταίρους τους στην Ευρώπη. Σε ένα μεγάλο βαθμό, αυτό προκαλείται από την έλλειψη γνώσης των πολιτικών για το πώς λειτουργεί η ευρωπαϊκή πολιτική και από τις φτωχές γλωσσικές ιδιότητές τους. (Αυτό είχε γίνει ζήτημα. Στη διάρκεια μιας συνάντησης των Ευρωπαίων υπουργών Εσωτερικών στις 22 Σεπτεμβρίου, ο Milan Chovanec, ο Τσέχος υπουργός, καθόταν μόνος του όταν οι άλλοι συζητούσαν, διότι δεν ξέρει να μιλάει καμία άλλη γλώσσα πλην των τσεχικών). Επιπλέον, η τσεχική κυβέρνηση δεν έχει θέσει στο τραπέζι καμία εναλλακτική πρόταση για την αντιμετώπιση των προσφύγων.
Στο θέμα αυτό, υπάρχει μια μοναδική ενότητα μεταξύ των σχετικών πολιτικών κομμάτων στην Πράγα. Κανείς δεν θέλει να επιτρέψει να έλθουν ξένοι, και το ζήτημα αρχίζει να γίνεται ένα είδος πολιτικού παιχνιδιού: όποιο κόμμα κάνει τα περισσότερα για να αρνηθεί τους πρόσφυγες, θα κερδίσει τις επόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές, το 2017.
Υπάρχει επίσης μια γενική αίσθηση στην τσεχική κοινωνία ότι οι πολίτες θα πρέπει να φοβούνται οτιδήποτε συνδέεται με το Ισλάμ. Αυτή η αίσθηση οφείλεται σε λαϊκιστές πολιτικούς, κυρίως στον πρόεδρο Milos Zeman.
Ο Martin Ehl είναι δημοσιογράφος της τσεχικής εφημερίφας Hospodarske noviny
Ουγγαρία
Η προσφυγική κρίση έχει δημιουργήσει στην Ουγγαρία ένα επίπεδο πολυπλοκότητας και μη οικείων καταστάσεων, που θα ήταν δύσκολο για πολλές κυβερνήσεις να το χειριστούν ομαλά.
Εάν είχε υπάρξει καλή θέληση και επαγγελματισμός απο την πλευρά των ουγγρικών αρχών, θα μπορούσε εύκολα να συγχωρεθεί ένα πολύ μεγάλο μέρος της αδεξιότητας. Σε αυτή την περίπτωση, θα μπορούσαν να είχαν βρεθεί πιο εύκολα και διορθωτικά μέτρα. Ωστόσο, από την αρχή, η ουγγρική κυβέρνηση επέλεξε να αντιμετωπίσει το ζήτημα με έναν κραυγαλέα αναίσθητο, μακιαβελικό τρόπο. Με απλά λόγια, ήθελε να αποκομίσει άμεσα πολιτικά οφέλη για την ίδια, ποντάροντας στα επαρχιακά και ξενοφοβικά ένστικτα που κρύβουν πολλοί Ούγγροι πολίτες, και χωρίς αμφιβολία, και πολλοί άλλοι Ευρωπαίοι. Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτό έχει οδηγήσει σε κλιμάκωση, παρά σε μετριασμό, της κρίσης.
Δεν μπρεί να αρνηθεί κανείς το γεγονός ότι η ουγγρική κυβέρνηση όφειλε να ασχοληθεί με την ροή των προσφύγων σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς της ΕΕ. Ωστόσο, η Βουδαπέστη κατέβαλε πολύ λίγη (αν κατέβαλε καθόλου) προσπάθεια για να διευκολύνει αυτή τη διαδικασία. Έχει κάνει πολλά για να μετατρέψει τις εικόνες του πλήθους των άπορων και επιθετικών ξένων να καταλαμβάνουν τους δημόσιους χώρους της χώρας -εικόνες που ήδη σχεδίαζε η προπαγάνδα της κυβέρνησης πριν από το πραγματικό ξέσπασμα της κρίσης- σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Η κρίση έχει επίσης φέρει στην επιφάνεια άλλη μία Ουγγαρία: εκείνη των αστικών οργανώσεων, με ακτιβιστές και εθελοντές. Σε αντίθεση με τους κυβερνητικούς εκπροσώπους και τα προσκείμενα στην κυβέρνηση media, δεν πρόκειται για φιλελεύθερους ιδεαλιστές που απλώς προσπαθούν να απαλύνουν τις συνειδήσεις τους ενώ κάνουν τα στραβά μάτια στους πιθανούς κινδύνους και απειλές που προέρχονται από το φαινόμενο της μετανάστευσης. Πρόκειται για άτομα που παρακινούνται από συμπόνοια και αλληλεγγύη που συμμετέχουν τακτικά και σε άλλες μορφές ανθρωπιστικής βοήθειας και που έχουν αποτρέψει την ανθρωπιστική κρίση από το να γίνει ανθρωπιστική καταστροφή.
Την ίδια στιγμή, η στρατηγική της ουγγρικής κυβέρνησης έχει μέχρι στιγμής λειτουργήσει. Η πλειονότητα των στόχων της -συμπαθούντες που έφυγαν προς την άκρα δεξιά- φαίνεται να έχει ανακαταληφθεί, και μετά από μια πτώση το φθινόπωρο και τον χειμώνα του 2014-2015, η δημοτικότητα του πρωθυπουργού Viktor Orban και του συντηρητικού του κόμματος Fidesz, έχει ανέβει και πάλι στο σημείο που ήταν προηγουμένως.
Ο Laszlo KOntler είναι ένας καθηγητής Ιστορίας και πρύτανης στο Κεντροευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης.
Πολωνία
Η θέση της πολωνικής κυβέρνησης προς τους πρόσφυγες έχει υπάρξει πολύ ασαφής και διστακτική τις τελευταίες εβδομάδες, διότι έχει αποφασιστεί ως επι το πλείστον από την ad hoc πολιτική διαμάχη που ξετυλίγεται στην πορεία της χώρας προς τις κοινοβουλευτικές εκλογές στις 25 Οκτωβρίου.
Για την Πολωνή πρωθυπουργό, Ewa Kopacz, και τον Jaroslaw Kaczynski, τον ηγέτη του συντηρητικού Νόμος και Δικαιοσύνη, το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, η προσφυγική κρίση έχει μετατραπεί σε ένα δώρο εξ ουρανού. Καθώς η πολωνική κοινωνία είναι τόσο ομοιογενής και δεν ξέρει σχεδόν τίποτα για την πολυπολιτισμικόητα, το προσφυγικό ζήτημα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για οποιονδήποτε πολιτικό σκοπό, ιδιαίτερα εν όψει των εκλογών.
Η πολωνική κυβέρνηση κήρυξε για πρώτη φορά μια πολιτική αντίστασης στις προτάσεις ορισμένων δυτικοευρωπαϊκών κυβερνήσεων για την αναδιανομή των προσφύγων εντός της ΕΕ. Με αυτό το μήνυμα, η Kopacz πήγε στην Πράγα στις 4 Σεπτεμβρίου για μια συνάντηση με τους Κεντροευρωπαίους ομολόγους της, που συγκάλεσε ο Ούγγρος πρωθυπουργός, Viktor Orban.
Σύντομα ωστόσο, η αλληλεγγύη της ομάδας του Visegrad άρχισε να καταρρέει, ενώ η αποφασιστικότητα των περισσότερων δυτικοευρωπαϊκών χωρών για το προσφυγικό ζήτημα αποδείχθηκε μάλλον ακλόνητη. Ως αποτέλεσμα, η πολωνική κυβέρνηση συμφώνησε να δεχθεί όχι μόνο τους 5.082 πρόσφυγες που της ανατέθηκαν σε μια συνάντηση των υπουργών Εσωτερικών της ΕΕ στις 22 Σεπτεμβρίου, αλλά 2.500 ακόμη. Ένας από τους Πολωνούς υπουργού παραδέχθηκε με ειλικρίνεια αργότερα, "η Πολωνία έτσι και αλλιώς θα είχε υπερψηφιστεί”.
Τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, τα πρόσφατα ζιγκ ζαγκ της πολωνικής κυβέρνησης, είναι αποτέλεσμα των προβλημάτων της γενιάς που βρίσκεται στην εξουσία από το 1989. Όχι μόνο η προσφυγική κρίση, αλλά επίσης οι αποκαλύψεις για τις μυστικές αμερικανικές φυλακές της CIA στην Πολωνία, αποδεικνύουν ότι ο κυνικός πραγματισμός πολύ συχνά αντικαθιστά την αλληλεγγύη και τα ανθρώπινα δικαιώματα, αξίες που οδήγησαν την Πολωνία στην δημοκρατική της επανάσταση του 1989. Ας ελπίσουμε ότι οι επερχόμενες εκλογές θα το αλλάξουν αυτό.
Ο Jaroslaw Kuisz είναι ο αρχισυντάκτης της πολωνικής εβδομαδιαίας εφημερίδας Kultura Liberalna. Η Karolina Wigura είναι η επικεφαλής του πολιτικού τμήματος της Kultura Liberalna.
Σλοβακία
Οι λόγοι για την στάση της σλοβακικής κυβέρνησης στο προσφυγικό ζήτημα είναι κυρίως πολιτικοί. Στο πλαίσιο των επικείμενων σλοβακικών κοινοβουλευτικών εκλογών, τον Μάρτιο του 2016, και της σημαντικά ριζοσπαστικοποιημένης σλοβακικής κοινής γνώμης, το κυβερνών κεντροαριστερό κόμμα Smer-SD, φαίνεται να θεωρεί κάθε καταδίκη της ξενοφοβίας ή ισλαμοφοβίας, ως πολιτικά επικίνδυνη, καθώς θα μπορούσε να εκληφθεί ως μία de facto παραχώρηση στην κοινή μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ.
Τον Ιούνιο του 2015, 6.000 άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους της Μπρατισλάβα για μια συγκέντρωση κατά των εθνικών ποσοστώσεων για τους μετανάστες. Σε μια χώρα όπου η δυσαρέσκεια σπανίως παίρνει την μορφή διαδήλωσης στον δρόμο, αυτό έχει κάποια σημασία. Πραγματικά, οι πρόσφυγες έχουν γίνει το πιο συζητημένο θέμα και μία από τις μεγαλύτερες ανησυχίες για τον σλοβακικό λαό. Και δεν είναι περίεργο. Οι οικονομικά αδύναμοι άνθρωποι που ζουν στις νότιες και ανατολικές περιοχές της Σλοβακίας, και οι οποίοι ήδη αισθάνονται πως έχουν εγκαταληφθεί από την κεντρική κυβέρνηση, θεωρούν τους πρόσφυγες ως οικονομική απειλή και απειλή ασφάλειας.
Υπάρχουν φωνές που αντιτίθενται στην γραμμή της κυβέρνησης. Αφότου 71 πρόσφυγες βρέθηκαν νεκροί σε ένα φορτηγό κοντά στα σύνορα Σλοβακίας-Αυστρίας τον Αύγουστο, διάφορες δημόσιες προσωπικότητες όπως ο Σλοβάκος πρόεδρος Andrej Kiska, ξεκίνησε μια πρωτοβουλία που ονομάζεται Ένσταση για την Ανθρωπότητα, καλώντας την κυβέρνηση να εκπονήσει ένα σχέδιο δράσης για την κρίση.
Αλλά τώρα φαίνεται πλέον σαφές ότι η κυβέρνηση της Σλοβακίας χρησιμοποιεί την λαϊκιστική ρητορική της, η οποία αποτελείται από το να παρουσιάζει τους πρόσφυγες ορισμένες φορές ως πιθανούς τρομοκράτες, ορισμένες φορές ως οικονομικούς μετανάστες, για να χειραγωγήσει την κοινή γνώμη.
Αντί να παρουσιάζει το σύστημα ποσοστώσεων ως μια προσωρινή λύση, που σίγουρα θα οδηγούσε στην αύξηση της στήριξης για τους εθνικιστές και τους ριζοσπαστικούς, η Μπρατισλάβα χρησιμοποιεί το momentum που δημιουργήθηκε από αυτό το ζήτημα, για να δείξει την πυγμή της στις Βρυξέλλες και ως εκ τούτου να χρίσει πολιτικό κεφάλαιο.
Στο μεταξύ, ζητήματα όπως τα σκάνδαλα διαφθοράς, οικονομική δυσαρέσκεια και δημόσια απογοήτευση με το πολιτικό κατεστημένο, που γέμιζαν τα πρωτοσέλιδα μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες, σιγά σιγά βυθίζονται στην λήθη.
Ο Andrea Bila είναι project manager για τον αγώνα κατά των διακρίσεων, του ρατσισμού, και της ξενοφοβιας, στο Ίδρυμα Ανοιχτή Κοινωνία στην Μπρατισλάβα
Από
capital,carnegieeurope.eu
Τσεχία
Η επίσημη θέση της τσεχικής κυβέρνησης είναι ότι ένα σύστημα ποσοστώσεων για την αναδιανομή των προσφύγων εντός της ΕΕ, δεν θα λειτουργήσει διότι η Τσεχία δεν είναι μία χώρα στην οποία οι πρόσφυγες θα ήθελαν να μείνουν, επομένως θα φύγουν για τη Γερμανία. Ως συνέπεια, η Γερμανία θα έκλεινε τα σύνορά της με την Τσεχία.
Υπάρχει επίσης ένα επιχείρημα ότι το σύστημα ποσοστώσεων ως ένας μόνιμος μηχανισμός που θα επέτρεπε την Κομισιόν να διανέμει τους πρόσφυγες σύμφωνα με συγκεκριμένους οικονομικούς δείκτες, θα συνιστούσε παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας.
Το πρόβλημα για τους Τσέχους πολιτικούς είναι η ανικανότητά τους να εξηγήσουν αυτά τα επιχειρήματα στους εταίρους τους στην Ευρώπη. Σε ένα μεγάλο βαθμό, αυτό προκαλείται από την έλλειψη γνώσης των πολιτικών για το πώς λειτουργεί η ευρωπαϊκή πολιτική και από τις φτωχές γλωσσικές ιδιότητές τους. (Αυτό είχε γίνει ζήτημα. Στη διάρκεια μιας συνάντησης των Ευρωπαίων υπουργών Εσωτερικών στις 22 Σεπτεμβρίου, ο Milan Chovanec, ο Τσέχος υπουργός, καθόταν μόνος του όταν οι άλλοι συζητούσαν, διότι δεν ξέρει να μιλάει καμία άλλη γλώσσα πλην των τσεχικών). Επιπλέον, η τσεχική κυβέρνηση δεν έχει θέσει στο τραπέζι καμία εναλλακτική πρόταση για την αντιμετώπιση των προσφύγων.
Στο θέμα αυτό, υπάρχει μια μοναδική ενότητα μεταξύ των σχετικών πολιτικών κομμάτων στην Πράγα. Κανείς δεν θέλει να επιτρέψει να έλθουν ξένοι, και το ζήτημα αρχίζει να γίνεται ένα είδος πολιτικού παιχνιδιού: όποιο κόμμα κάνει τα περισσότερα για να αρνηθεί τους πρόσφυγες, θα κερδίσει τις επόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές, το 2017.
Υπάρχει επίσης μια γενική αίσθηση στην τσεχική κοινωνία ότι οι πολίτες θα πρέπει να φοβούνται οτιδήποτε συνδέεται με το Ισλάμ. Αυτή η αίσθηση οφείλεται σε λαϊκιστές πολιτικούς, κυρίως στον πρόεδρο Milos Zeman.
Ο Martin Ehl είναι δημοσιογράφος της τσεχικής εφημερίφας Hospodarske noviny
Ουγγαρία
Η προσφυγική κρίση έχει δημιουργήσει στην Ουγγαρία ένα επίπεδο πολυπλοκότητας και μη οικείων καταστάσεων, που θα ήταν δύσκολο για πολλές κυβερνήσεις να το χειριστούν ομαλά.
Εάν είχε υπάρξει καλή θέληση και επαγγελματισμός απο την πλευρά των ουγγρικών αρχών, θα μπορούσε εύκολα να συγχωρεθεί ένα πολύ μεγάλο μέρος της αδεξιότητας. Σε αυτή την περίπτωση, θα μπορούσαν να είχαν βρεθεί πιο εύκολα και διορθωτικά μέτρα. Ωστόσο, από την αρχή, η ουγγρική κυβέρνηση επέλεξε να αντιμετωπίσει το ζήτημα με έναν κραυγαλέα αναίσθητο, μακιαβελικό τρόπο. Με απλά λόγια, ήθελε να αποκομίσει άμεσα πολιτικά οφέλη για την ίδια, ποντάροντας στα επαρχιακά και ξενοφοβικά ένστικτα που κρύβουν πολλοί Ούγγροι πολίτες, και χωρίς αμφιβολία, και πολλοί άλλοι Ευρωπαίοι. Όπως ήταν αναμενόμενο, αυτό έχει οδηγήσει σε κλιμάκωση, παρά σε μετριασμό, της κρίσης.
Δεν μπρεί να αρνηθεί κανείς το γεγονός ότι η ουγγρική κυβέρνηση όφειλε να ασχοληθεί με την ροή των προσφύγων σύμφωνα με τους σχετικούς κανονισμούς της ΕΕ. Ωστόσο, η Βουδαπέστη κατέβαλε πολύ λίγη (αν κατέβαλε καθόλου) προσπάθεια για να διευκολύνει αυτή τη διαδικασία. Έχει κάνει πολλά για να μετατρέψει τις εικόνες του πλήθους των άπορων και επιθετικών ξένων να καταλαμβάνουν τους δημόσιους χώρους της χώρας -εικόνες που ήδη σχεδίαζε η προπαγάνδα της κυβέρνησης πριν από το πραγματικό ξέσπασμα της κρίσης- σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Η κρίση έχει επίσης φέρει στην επιφάνεια άλλη μία Ουγγαρία: εκείνη των αστικών οργανώσεων, με ακτιβιστές και εθελοντές. Σε αντίθεση με τους κυβερνητικούς εκπροσώπους και τα προσκείμενα στην κυβέρνηση media, δεν πρόκειται για φιλελεύθερους ιδεαλιστές που απλώς προσπαθούν να απαλύνουν τις συνειδήσεις τους ενώ κάνουν τα στραβά μάτια στους πιθανούς κινδύνους και απειλές που προέρχονται από το φαινόμενο της μετανάστευσης. Πρόκειται για άτομα που παρακινούνται από συμπόνοια και αλληλεγγύη που συμμετέχουν τακτικά και σε άλλες μορφές ανθρωπιστικής βοήθειας και που έχουν αποτρέψει την ανθρωπιστική κρίση από το να γίνει ανθρωπιστική καταστροφή.
Την ίδια στιγμή, η στρατηγική της ουγγρικής κυβέρνησης έχει μέχρι στιγμής λειτουργήσει. Η πλειονότητα των στόχων της -συμπαθούντες που έφυγαν προς την άκρα δεξιά- φαίνεται να έχει ανακαταληφθεί, και μετά από μια πτώση το φθινόπωρο και τον χειμώνα του 2014-2015, η δημοτικότητα του πρωθυπουργού Viktor Orban και του συντηρητικού του κόμματος Fidesz, έχει ανέβει και πάλι στο σημείο που ήταν προηγουμένως.
Ο Laszlo KOntler είναι ένας καθηγητής Ιστορίας και πρύτανης στο Κεντροευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο της Βουδαπέστης.
Πολωνία
Η θέση της πολωνικής κυβέρνησης προς τους πρόσφυγες έχει υπάρξει πολύ ασαφής και διστακτική τις τελευταίες εβδομάδες, διότι έχει αποφασιστεί ως επι το πλείστον από την ad hoc πολιτική διαμάχη που ξετυλίγεται στην πορεία της χώρας προς τις κοινοβουλευτικές εκλογές στις 25 Οκτωβρίου.
Για την Πολωνή πρωθυπουργό, Ewa Kopacz, και τον Jaroslaw Kaczynski, τον ηγέτη του συντηρητικού Νόμος και Δικαιοσύνη, το μεγαλύτερο κόμμα της αντιπολίτευσης, η προσφυγική κρίση έχει μετατραπεί σε ένα δώρο εξ ουρανού. Καθώς η πολωνική κοινωνία είναι τόσο ομοιογενής και δεν ξέρει σχεδόν τίποτα για την πολυπολιτισμικόητα, το προσφυγικό ζήτημα θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για οποιονδήποτε πολιτικό σκοπό, ιδιαίτερα εν όψει των εκλογών.
Η πολωνική κυβέρνηση κήρυξε για πρώτη φορά μια πολιτική αντίστασης στις προτάσεις ορισμένων δυτικοευρωπαϊκών κυβερνήσεων για την αναδιανομή των προσφύγων εντός της ΕΕ. Με αυτό το μήνυμα, η Kopacz πήγε στην Πράγα στις 4 Σεπτεμβρίου για μια συνάντηση με τους Κεντροευρωπαίους ομολόγους της, που συγκάλεσε ο Ούγγρος πρωθυπουργός, Viktor Orban.
Σύντομα ωστόσο, η αλληλεγγύη της ομάδας του Visegrad άρχισε να καταρρέει, ενώ η αποφασιστικότητα των περισσότερων δυτικοευρωπαϊκών χωρών για το προσφυγικό ζήτημα αποδείχθηκε μάλλον ακλόνητη. Ως αποτέλεσμα, η πολωνική κυβέρνηση συμφώνησε να δεχθεί όχι μόνο τους 5.082 πρόσφυγες που της ανατέθηκαν σε μια συνάντηση των υπουργών Εσωτερικών της ΕΕ στις 22 Σεπτεμβρίου, αλλά 2.500 ακόμη. Ένας από τους Πολωνούς υπουργού παραδέχθηκε με ειλικρίνεια αργότερα, "η Πολωνία έτσι και αλλιώς θα είχε υπερψηφιστεί”.
Τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, τα πρόσφατα ζιγκ ζαγκ της πολωνικής κυβέρνησης, είναι αποτέλεσμα των προβλημάτων της γενιάς που βρίσκεται στην εξουσία από το 1989. Όχι μόνο η προσφυγική κρίση, αλλά επίσης οι αποκαλύψεις για τις μυστικές αμερικανικές φυλακές της CIA στην Πολωνία, αποδεικνύουν ότι ο κυνικός πραγματισμός πολύ συχνά αντικαθιστά την αλληλεγγύη και τα ανθρώπινα δικαιώματα, αξίες που οδήγησαν την Πολωνία στην δημοκρατική της επανάσταση του 1989. Ας ελπίσουμε ότι οι επερχόμενες εκλογές θα το αλλάξουν αυτό.
Ο Jaroslaw Kuisz είναι ο αρχισυντάκτης της πολωνικής εβδομαδιαίας εφημερίδας Kultura Liberalna. Η Karolina Wigura είναι η επικεφαλής του πολιτικού τμήματος της Kultura Liberalna.
Σλοβακία
Οι λόγοι για την στάση της σλοβακικής κυβέρνησης στο προσφυγικό ζήτημα είναι κυρίως πολιτικοί. Στο πλαίσιο των επικείμενων σλοβακικών κοινοβουλευτικών εκλογών, τον Μάρτιο του 2016, και της σημαντικά ριζοσπαστικοποιημένης σλοβακικής κοινής γνώμης, το κυβερνών κεντροαριστερό κόμμα Smer-SD, φαίνεται να θεωρεί κάθε καταδίκη της ξενοφοβίας ή ισλαμοφοβίας, ως πολιτικά επικίνδυνη, καθώς θα μπορούσε να εκληφθεί ως μία de facto παραχώρηση στην κοινή μεταναστευτική πολιτική της ΕΕ.
Τον Ιούνιο του 2015, 6.000 άνθρωποι βγήκαν στους δρόμους της Μπρατισλάβα για μια συγκέντρωση κατά των εθνικών ποσοστώσεων για τους μετανάστες. Σε μια χώρα όπου η δυσαρέσκεια σπανίως παίρνει την μορφή διαδήλωσης στον δρόμο, αυτό έχει κάποια σημασία. Πραγματικά, οι πρόσφυγες έχουν γίνει το πιο συζητημένο θέμα και μία από τις μεγαλύτερες ανησυχίες για τον σλοβακικό λαό. Και δεν είναι περίεργο. Οι οικονομικά αδύναμοι άνθρωποι που ζουν στις νότιες και ανατολικές περιοχές της Σλοβακίας, και οι οποίοι ήδη αισθάνονται πως έχουν εγκαταληφθεί από την κεντρική κυβέρνηση, θεωρούν τους πρόσφυγες ως οικονομική απειλή και απειλή ασφάλειας.
Υπάρχουν φωνές που αντιτίθενται στην γραμμή της κυβέρνησης. Αφότου 71 πρόσφυγες βρέθηκαν νεκροί σε ένα φορτηγό κοντά στα σύνορα Σλοβακίας-Αυστρίας τον Αύγουστο, διάφορες δημόσιες προσωπικότητες όπως ο Σλοβάκος πρόεδρος Andrej Kiska, ξεκίνησε μια πρωτοβουλία που ονομάζεται Ένσταση για την Ανθρωπότητα, καλώντας την κυβέρνηση να εκπονήσει ένα σχέδιο δράσης για την κρίση.
Αλλά τώρα φαίνεται πλέον σαφές ότι η κυβέρνηση της Σλοβακίας χρησιμοποιεί την λαϊκιστική ρητορική της, η οποία αποτελείται από το να παρουσιάζει τους πρόσφυγες ορισμένες φορές ως πιθανούς τρομοκράτες, ορισμένες φορές ως οικονομικούς μετανάστες, για να χειραγωγήσει την κοινή γνώμη.
Αντί να παρουσιάζει το σύστημα ποσοστώσεων ως μια προσωρινή λύση, που σίγουρα θα οδηγούσε στην αύξηση της στήριξης για τους εθνικιστές και τους ριζοσπαστικούς, η Μπρατισλάβα χρησιμοποιεί το momentum που δημιουργήθηκε από αυτό το ζήτημα, για να δείξει την πυγμή της στις Βρυξέλλες και ως εκ τούτου να χρίσει πολιτικό κεφάλαιο.
Στο μεταξύ, ζητήματα όπως τα σκάνδαλα διαφθοράς, οικονομική δυσαρέσκεια και δημόσια απογοήτευση με το πολιτικό κατεστημένο, που γέμιζαν τα πρωτοσέλιδα μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες, σιγά σιγά βυθίζονται στην λήθη.
Ο Andrea Bila είναι project manager για τον αγώνα κατά των διακρίσεων, του ρατσισμού, και της ξενοφοβιας, στο Ίδρυμα Ανοιχτή Κοινωνία στην Μπρατισλάβα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου